ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
Του Ιωάννη Σιάτρα, του Κωνσταντίνου, κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής,
οδός, xxxxxx, αριθμός xxxxxx
ΚΑΤΑ
Παντός υπευθύνου, σχετικά με την τέλεση των αδικημάτων, της παράβασης καθήκοντος κατ’αρθρ. 259 ΠΚ , ψευδούς βεβαίωσης, νόθευσης κλπ κατ’άρθρο 242 ΠΚ., της Απιστίας κατ’άρθρο 390 ΠΚ καθώς και οποιασδήποτε άλλης αξιόποινης συμπεριφοράς προκύψει από τα αποδεικτικά στοιχεία και την διαδικασία της ανάκρισης.
Άρθρο 259 ΠΚ “Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον τιμωρείται με φυλάκιση”
Άρθρο 242 ΠΚ ” Υπάλληλος που στα καθήκοντά του ανάγεται η έκδοση ή η σύνταξη δημοσίων εγγράφων, αν σε τέτοια έγγραφα βεβαιώνει με πρόθεση ψευδώς περιστατικό, που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται”
Άρθρο 390 ΠΚ “Όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείρηση (ολική, μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη) τιμωρείται”
Α. ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ – ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΠΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΩΝ
Α1. ΑΝΑΦΟΡΑ COM 1 /8.1.2010 EUROSTAT (ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ)
Την 8η Ιανουαρίου 2010, η Eurostat (Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαικής Ένωσης), εξέδωσε την KOM 1 (COM 1) 2010 αναφορά (συνημμένο 1), με τίτλο “Αναφορά επί των Στατιστικών Στοιχείων του Ελληνικού Δημοσιονομικού Ελλείμματος και Χρέους” (REPORT ON GREEK GOVERNMENT DEFICIT AND DEBT STATISTICS), η οποία εκδόθηκε μετά από αίτημα του Συμβουλίου ECOFIN της 10ης Νοεμβρίου 2009, λόγω των “επαναλαμβανόμενων προβλημάτων των Ελληνικών στατιστικών στοιχείων”.
Στην αναφορά αυτή γίνεται μία ανασκόπηση των προβλημάτων, που επί πολλά χρόνια παρουσιάζονται στην ορθότητα και την αξιοπιστία των ελληνικών στατιστικών στοιχείων και εξετάζονται με λεπτομέρειες περιπτώσεις λανθασμένων ή ψευδών αναφορών κατά την χρονική περίοδο 2004 έως και 2009.
Η αναφορά αυτή, η οποία δημοσιοποιήθηκε στον ιστότοπο της Eurostat στο ίντερνετ, συνιστά έναν κόλαφο σε βάρος της αξιοπιστίας της χώρας, έλαβε μεγάλη δημοσιογραφική κάλυψη και αποτέλεσε την πηγή για μία νέα σειρά
1
δημοσιευμάτων κατά της χώρας, σε συνέχεια των όσων δημοσιεύονταν κατά το διάστημα των μηνών Οκτωβρίου 2009 έως Ιανουαρίου 2010.
Στην αναφορά αυτή αναλύονται με λεπτομέρειες οι τρόποι με βάση τους οποίους οι αρμόδιες ελληνικές αρχές ανέφεραν λανθασμένα και ψευδή στοιχεία για μία σειρά οικονομικών μεγεθών με προφανή στόχο την αλλοίωση της εικόνας της ελληνικής οικονομίας και περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος και χρέους, έτσι ώστε να μην εφαρμοσθούν σε βάρος της χώρας τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, για τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης, στις περιπτώσεις που αυτές εμφανίζουν υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα ή χρέος Σας αναφέρω στοιχεία της ως άνω αναφοράς της Eurostat.
Εισαγωγική Περίληψη ((σελίδες 1 έως 3 του συνημμένου 1)
“Η παρούσα αναφορά απαντά στην πρόσκληση των συμπερασμάτων του Συμβουλίου ECOFIN της 10ης Νοεμβρίου 2009, σύμφωνα με την οποία εζητείτο από την Επιτροπή να προετοιμάσει μία αναφορά επί των “επαναλαμβανόμενων προβλημάτων που παρουσιάζουν τα Ελληνικά δημοσιονομικά στατιστικά στοιχεία”. Επίσης, το Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να “προτείνει τα κατάλληλα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για αυτή την κατάσταση”. Η Επιτροπή θα ανταποκριθεί στην πρόσκληση αυτή με τη μορφή της σύστασης για έκδοση Απόφασης του Συμβουλίου, όπως προβλέπεται από το Άρθρο 126 (9) της ι με ένα σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση των
Στις 2 και στις 21 Οκτωβρίου 2009, οι Ελληνικές αρχές διαβίβασαν προς τη Eurostat, δύο διαφορετικές αναφορές με συμπληρωμένους πίνακες γνωστοποίησης της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (Excessive Deficit Procedure – EDP), οι οποίες αναφέρονταν στα στοιχεία κυβερνητικού ελλείμματος και χρέους για την περιόδο 2005 έως 2008, καθώς και σε πρόβλεψη για το έτος 2009.
Στην αναφορά της 21ης Οκτωβρίου 2009, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας για το έτος 2008 αναθεωρήθηκε από 5,0% του ΑΕΠ (η σχέση που δηλώθηκε από την Ελλάδα και η οποία επικυρώθηκε από τη Eurostat και δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2009), στο 7,7% του ΑΕΠ. Ταυτόχρονα, οι ελληνικές αρχές αναθεώρησαν και την εκτίμηση για το έλλειμμα του 2009 από το 3,7% του ΑΕΠ (η σχέση που αναφέρθηκε την άνοιξη) στο 12,5% του ΑΕΠ, αναφέροντας έναν αριθμό παραγόντων για την εξέλιξη αυτή (την επίδραση της οικονομικής κρίσης, απόκλιση του Προϋπολογισμού λόγω του εκλογικού έτους και λογιστικές αναθεωρήσεις). Σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς και πρακτικές, αυτή η αναφορά αναφέρεται μόνον στα παρελθόντα στοιχεία.
Αναθεωρήσεις αυτού του μεγέθους σε παρελθόντα στοιχεία δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι εξαιρετικά σπάνιες σε άλλες χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά έχουν σημειωθεί σε πολλές περιπτώσεις από την Ελλάδα. Οι πρόσφατες αναθεωρήσεις κάνουν έκδηλη την έλλειψη ποιότητας των ελληνικών δημοσιονομικών στοιχείων (και γενικά των μακροοικονομικών στοιχείων) και δείχνουν ότι η πρόοδος στη διαδικασία συλλογής και κατάρτισης των στατιστικών στοιχείων στην Ελλάδα, από το έτος 2004 οπότε και έγινε εξονυχιστικός έλεγχος των ελληνικών δημοσιονομικών στοιχείων από την πλευρά της Eurostat (συμπεριλαμβανομένων 10 επισκέψεων για τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος και 5 διατυπώσεων επιφυλάξεων επί των αποσταλθέντων στοιχείων) δεν ήταν αρκετή για να αυξήσει την ποιότητα στα ελληνικά στατιστικά στοιχεία, στο βαθμό που έχει επιτευχθεί από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναφορικά με τα στοιχεία της γνωστοποίησης της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος της 21ης Οκτωβρίου, αυτά δεν έχουν επικυρωθεί από τη Eurostat. Παράλληλα, παραμένουν αναπάντητα ένας μεγάλος αριθμός ερωτημάτων και βρίσκονται σε εκρεμμότητα ερωτήσεις σε μία σειρά βασικών θεμάτων, όπως τα κεφάλαια της κοινωνικής ασφάλισης, ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις νοσοκομείων και συναλλαγές μεταξύ της Κυβέρνησης και ιδιωτικών φορέων. Οι ερωτήσεις αυτές πρέπει να απαντηθούν και δε μπορεί να αποκλεισθεί ότι αυτό δε θα οδηγήσει σε περαιτέρω αναθεωρήσεις των ελληνικών στοιχείων που αφορούν στο δημοσιονομικό έλλειμμα και στο χρέος, ιδιαίτερα για το 2008, αλλά ενδεχόμενα και για προηγούμενα έτη.
Όπως δείχνει η αναφορά, η αναθεώρηση των ελληνικών στατιστικών επί του κυβερνητικού ελλείμματος, οφείλεται σε δύο προβλήματα, τα οποία είναι μεν διαφορετικά, αλλά τα οποία σε μερικές περιπτώσεις συνδέονται μεταξύ τους: προβλήματα που συσχετίζονται με στατιστικές αδυναμίες και προβλήματα δυσλειτουργιών των σχετικών ελληνικών ιδρυμάτων, στην ευρεία τους έννοια. Η πρώτη ομάδα προβλημάτων αφορά στην αδυναμία της μεθοδολογίας και στις μη ικανοποιητικές τεχνικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος (ΕΣΥΕ), αλλά και στις άλλες υπηρεσίες που χορηγούν στοιχεία και πληροφορίες στην ΕΣΥΕ και συγκεκριμένα, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτος (ΓΛΚ) και το Υπουργείο Οικονομικών. Η δεύτερη ομάδα προβλημάτων προέρχεται από την ακατάλληλη διακυβέρνηση, με ανεπαρκή συνεργασία και έλλειψη ξεκάθαρων αρμοδιοτήτων μεταξύ των ελληνικών φορέων και υπηρεσιών που είναι υπεύθυνες για τις γνωστοποιήσεις της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, σύγχυση αρμοδιοτήτων, διφορούμενη εξουσία στα αρμόδια στελέχη, απουσία καταγεγραμμένων οδηγιών, δηλαδή στοιχεία που τελικά αφήνουν την ποιότητα των δημοσιονομικών στατιστικών στοιχείων να εξαρτώνται από πολιτικές πιέσεις και τους εκλογικούς κύκλους.
Πιο συγκεκριμένα, η αναφορά βρήκε ενδείξεις από:
– Δριμείες ανωμαλίες στις γνωστοποιήσεις της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείματος του Απριλίου και του Οκτωβρίου 2009, οι οποίες μεταξύ των άλλων συμπεριλαμβάνουν την υποβολή λανθασμένων στοιχείων και τη μη υιοθέτηση των λογιστικών κανόνων, καθώς και τη μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων.
– Ανεπαρκή συνεργασία μεταξύ των κρατικών υπηρεσιών που εμπλέκονται στη συγκέντρωση των στοιχείων της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, καθώς επίσης και έλλειψη ανεξαρτησίας της ΕΣΥΕ και του ΓΛΚ από το Υπουργείο Οικονομικών.
– Θεσμικό πλαίσιο και σύστημα δημοσιονομικής λογιστικής ακατάλληλα για την ορθή αναφορά των στατιστικών στοιχείων της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, ιδιαίτερα αδιαφανείς ή ακατάλληλα τεκμηριωμένες λογιστικές διαδικασίες, που οδήγησαν σε αρκετές -και σε μερικές περιπτώσεις σημαντικές- αναθεωρήσεις των στοιχείων από τις Ελληνικές αρχές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
– Απουσία υπευθυνότητας στην παροχή στοιχείων που χρησιμοποιούνται για τις γνωστοποιήσεις της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (π.χ. απουσία έγγραφης τεκμηρίωσης ή πιστοποίησης σε άλλες περιπτώσεις, ανταλλαγή στοιχείων μέσω του τηλεφώνου).
– Ασαφή υπευθυνότητα ή και απουσία υπευθυνότητας των εθνικών υπηρεσιών κατά τη διαδικασία παροχής πρωτογενών στοιχείων ή κατά τη διαδικασία συγκέντρωσης των στατιστικών στοιχείων, η οποία συνδυάζεται με αμφίβολη εξουσιοδότηση των στελεχών που είναι υπεύθυνα για τα στοιχεία αυτά.
Τα ευρήματα αυτά καταδεικνύουν ότι, πέρα από τα σοβαρά προβλήματα που παρατηρούνται στη λειτουργία άλλων τομέων που εμπλέκονται στη διαχείριση των Ελληνικών δημοσίων εσόδων και δαπανών, τα οποία δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της παρούσας αναφοράς, η τρέχουσα διάρθρωση δεν εγγυάται την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την υπευθυνότητα των εθνικών στατιστικών φορέων. Συγκεκριμένα, δεν είναι εγγυημένη η επαγγελματική ανεξαρτησία της ΕΣΥΕ από το Υπουργείο Οικονομικών, γεγονός το οποίο επέτρεψε τον επηρεασμό της αναφοράς των στοιχείων Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος από παράγοντες άλλους, πέραν των κανονικών και δεσμευτικών αρχών για την παραγωγή υψηλής ποιότητας Ευρωπαϊκών στατιστικών στοιχείων.
Οι μηχανισμοί παρακολούθησης που έχει στη διάθεσή της η Eurostat, που αποσκοπούν στην αύξηση της διαφάνειας των στατιστικών στοιχείων που σχετίζονται με τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος, ο έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων μέσα από το σύστημα εγγύησης της ποιότητας και τη δομή διακυβέρνησης, έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς και περιορισμένοι στην περίπτωση της Ελλάδας. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται στην περίπτωση της Ελλάδας, ξεπερνούν κατά πολύ τις περιπτώσεις που μπορούν να αντιμετωπισθούν από τα όργανα στατιστικής παρακολούθησης που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, τα οποία, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Επιτροπής 479/2009, δεν έχουν την εξουσία του λογιστικού ελέγχου. Παρά τις συντονισμένες και επίμονες προσπάθειες που κατεβλήθησαν από τις υπηρεσίες της Eurostat από το 2004, με στόχο τη διασφάλιση του σεβασμού και της εφαρμογής των εφαρμοστέων μεθόδων και κανόνων, η κατάσταση μπορεί να διορθωθεί μόνον μετά από αποφασιστικές ενέργειες της Ελληνικής Κυβέρνησης.
Οι Ελληνικές Αρχές πρέπει να αντιμετωπίσουν με αποφασιστικότητα, όχι μόνον τα θέματα μεθοδολογίας που αναφέρονται στην παρούσα αναφορά, αλλά και την κρίσιμη ανάγκη για την καθιέρωση διαφανών και αξιόπιστων διαδικασιών και πρακτικών μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατικών υπηρεσιών και να αναθεωρήσουν το θεσμικό πλαίσιο, ώστε να εγγυηθούν την επαγγελματική ανεξαρτησία και την πλήρη υπευθυνότητα της ΕΣΥΕ και των άλλων υπηρεσιών που εμπλέκονται στον τομέα των στοιχείων Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος. Εάν δεν αντιμετωπισθούν οι θεσμικές αδυναμίες που προβάλλονται στην παρούσα αναφορά και δεν θεσμοθετηθούν σωστοί έλεγχοι και ισορροπίες, η αξιοπιστία των ελληνικών στοιχείων δημοσιονομικού ελλείμματος και χρέους θα παραμένει υπό αμφισβήτηση.
Η Επιτροπή είναι απόλυτα αποφασισμένη να συνεχίσει τη συνεργασία της με τις Ελληνικές Αρχές, για την υποστήριξη των προσπαθειών τους για τη βελτίωση στη συλλογή και την επεξεργασία των κυβερνητικών στατιστικών στοιχείων, έτσι ώστε να αντιμετωπίσει τις παρούσες ανεπάρκειες και να αποκαταστήσει την αξιοπιστία των Ελληνικών στατιστικών στοιχείων.”
Από την αναφορά της Eurostat προκύπτει με σαφήνεια ότι οι ελληνικές αρχές είχαν, ήδη από τα προηγούμενα χρόνια, ενημερωθεί για τις ενστάσεις της Eurostat αναφορικά με την επάρκεια και την ορθότητα των ελληνικών στατιστικών στοιχείων. Επ’ αυτού, η αναφορά της Eurostat αναφέρει (Τμήμα 1, σελίδα 6):
“Οι αναφορές του Οκτωβρίου, εκ μέρους των ελληνικών αρχών, είναι μοναδικές από την άποψη της διαδικασίας που ακολουθήθηκε. Όμως, δεν αποτελούν μεμονωμένο επεισόδιο, αλλά ούτε και είναι χωρίς προηγούμενο:
– Μετά από την παρατήρηση τεκμηριωμένων λαθών σε μία μακρά σειρά στοιχείων επί του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους, από τις Ελληνικές αρχές στα προηγούμενα (του 2004) χρόνια, κατά το Νοέμβριο του 2004, η Eurostat εξέδωσε Αναφορά αναθεώρησης των μεγεθών του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους της Ελλάδας, η οποία έδειχνε ότι κατά τα προηγούμενα του 2004 χρόνια, είχαν αναφερθεί λανθασμένα μεγέθη σε 11 (ένδεκα) ξεχωριστούς τομείς.
– Σε 5 (πέντε) περιπτώσεις, μεταξύ του 2005 και του 2009, η Eurostat είχε εκφράσει επιφυλάξεις αναφορικά με τα ελληνικά στοιχεία του ελλείμματος και του χρέους τα οποία δημοσιοποιούνταν στα εξαμηνιαία δελτία τύπου.
– Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 8 (οκτώ) ετών, οι περιπτώσεις που τα Ελληνικά στοιχεία της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος δημοσιεύονταν χωρίς επιφυλάξεις (από την πλευρά της Eurostat), ήταν συνήθως μετά από παρεμβάσεις της Eurostat πριν ή μετά την περίοδο ενημέρωσης, με σκοπό τη διόρθωση των λαθών ή των ανάρμοστων πρακτικών καταχώρησης.”
Συνεπώς, από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι Ελληνικές αρχές γνώριζαν το πρόβλημα ορθότητας και “ανάρμοστων πρακτικών καταχώρησης” που αντιμετωπιζόταν με τα αποστελλόμενα στοιχεία και συνεπώς όφειλαν, βάσει της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας να επιδεικνύουν ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή και επιμέλεια, ώστε τα αποστελλόμενα στοιχεία να είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τους νόμους, τον Κανονισμό 223/2009 (συνημμένο 3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και τον “Κώδικα Εφαρμογής Ευρωπαϊκών Στατιστικών Στοιχείων” (European Statistics Code of Practice) (Συνημμένο 4), πράξεις που συνιστούν το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά το άρθρο 259 ΠΚ.
Τα παραπάνω νομοθετήματα απαιτούν τα στατιστικά στοιχεία να παράγονται με ανεξάρτητες μεθόδους, να είναι αξιόπιστα και αβίαστα, να μην είναι αποτέλεσμα πολιτικών ή άλλων πιέσεων, να προκύπτουν μέσα από επαγγελματικές διαδικασίες και να βασίζονται πάνω σε συγκεκριμένους ηθικούς κανόνες.
Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2.4 με τίτλο “Διακυβέρνηση και θεσμικό πλαίσιο των αναφορών Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος στην Ελλάδα”, στη σελίδα 10 της Αναφοράς (COM)1/8-1-2010, “κατά τη διάρκεια της “μεθοδολογικής αποστολής” της Eurostat στην Ελλάδα το Νοέμβριο του 2009 (σημειώνεται ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την οποία απαιτήθηκαν συγκεκριμένες επισκέψεις στελεχών της Eurostat για συζητήσεις και συμβουλές σε ζητήματα μεθοδολογίας), η οποία υπήρξε μία άμεση συνέπεια των επιφυλάξεων που διατύπωσε η Επιτροπή στα στατιστικά στοιχεία της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος που εστάλησαν από τις Ελληνικές αρχές τον Οκτώβριο, συζητήθηκε για μία ακόμη φορά, το ζήτημα της ανεπάρκειας των στοιχείων και το θεσμικό πλαίσιο που τα διέπει. Όσοι συμμετείχαν στη συνάντηση, συμπεριλαμβανομένων και των Ελληνικών αρχών (ΕΣΥΕ και Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το παρόν θεσμικό πλαίσιο δε μπορεί να εγγυηθεί ότι οι γνωστοποιήσεις της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος μπορούν να είναι ελεύθερες από πολιτικές παρεμβάσεις. Επίσης, αναγνωρίσθηκε μία ανησυχητική έλλειψη υπευθυνότητας και ασαφείς αρμοδιότητες όλων των φορέων που εμπλέκονται στη συγκέντρωση και την παραγωγή των στατιστικών στοιχείων της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, το οποίο συνιστά ένα πρόβλημα δυνητικών πολιτικών / εξωτερικών παρεμβάσεων προς τις αναφορές της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος και για το οποίο θα πρέπει να ενημερωθεί η Επιτροπή.”
Σημειώνεται ότι, το έτος 2007, η Επιτροπή, υιοθέτησε πρόταση για έκδοση Κανονισμού, αναφορικά με τη δημιουργία ενός εξωτερικού οργάνου, το οποίο θα έχει ως αποστολή να παρακολουθεί τη συμμόρφωση των Κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους κανόνες συγκέντρωσης και αποστολής στατιστικών στοιχείων στη Eurostat, καθώς και το επίπεδο συνεργασίας των Εθνικών Στατιστικών Υπηρεσιών με τη Eurostat. Το όργανο αυτό ιδρύθηκε μετά από απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2008 (Απόφαση 235/2008/EC) και ονομάσθηκε European Statistical Governance Advisory Board (ESGAB) και ξεκίνησε τη λειτουργία του το Μάρτιο του 2009. Το Νοέμβριο του 2009 εξέδωσε την πρώτη του αναφορά (συνημμένο 5) στην οποία εκφράζει τη λύπη του για τα νέα προβλήματα που εμφανίζονται στα στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας, καλεί την Ελληνική Κυβέρνηση να δώσει άμεση λύση στο πρόβλημα και τέλος εκφράζει μερικές γενικές συστάσεις, αναφορικά με “την ανάγκη για τη δημιουργία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, με σκοπό την περιφρούρηση της επαγγελματικής ανεξαρτησίας των στατιστικών υπηρεσιών, αναφέροντας παράλληλα ότι, “οι υποψίες για παρεμβάσεις που επιδρούν στην παραγωγή των στατιστικών δεδομένων, χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης”.
Επιπρόσθετα, όπως προκύπτει από την παράγραφο 3.3 της Αναφοράς (COM)1/8-1-2010 (σελίδα 17 του συνημμένο 1) στις 11 Σεπτεμβρίου 2008, σε συνάντηση που υπήρξε μεταξύ των Ελληνικών αρχών και υψηλόβαθμου κλιμακίου της Eurostat αναφορικά με την πραγματοποίηση αλλαγών στο θεσμικό πλαίσιο συγκέντρωσης και παραγωγής στατιστικών στοιχείων από την πλευρά της Ελλάδας, ο Υπουργός των Οικονομικών και ο επικεφαλής της ΕΣΥΕ, δεσμεύθηκαν κατηγορηματικά να προχωρήσουν στις απαραίτητες θεσμικές μεταβολές, έτσι ώστε τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία να εναρμονισθούν με τις συστάσεις που έγιναν από την Συγκριτική Επισκόπηση του Κώδικα Εφαρμογής (Code of Practice Peer Review) για την Ελλάδα. Μάλιστα, ο Υπουργός των Οικονομικών και ο επικεφαλής της ΕΣΥΕ υποστήριξαν με σθένος τη δέσμευσή τους να εκπληρώσουν απόλυτα την υποχρέωσή τους να διαθέτει η Ελλάδα αξιόπιστα στοιχεία Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος και να συνεργασθούν, χωρίς περιορισμούς και με πλήρη διαφάνεια, για την επίτευξη του στόχου της πλήρους απάντησης όλων των υπολειπόμενων ερωτημάτων της Eurostat. Συγκεκριμένα μάλιστα ανέφεραν ότι η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου για την παραγωγή στατιστικών στοιχείων και η καθιέρωση ενός “συμβουλίου χρηστών”, βρίσκονταν στα τελευταία στάδια επεξεργασίας τους. Τέλος, κατά τη συνάντηση αυτή, τα στελέχη της Eurostat υπογράμμισαν ότι η πλήρης συμμόρφωση με τον “Κώδικα Πρακτικής” (Code of Practice) είναι μία προϋπόθεση για την εμπέδωση εμπιστοσύνης στα ελληνικά στατιστικά στοιχεία και επαγωγικά και προς το Ευρωπαϊκό Σύστημα Στατιστικών (European Statistics System).
Εν τούτοις, όπως προκύπτει και από τη χρονολογική παράθεση των γεγονότων οι αρμόδιες ελληνικές αρχές που ήταν υπεύθυνες για την αποστολή στατιστικών στοιχείων στη Eurostat, επί του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους, υπέπεσαν σε σωρεία παραβάσεων.
Απολύτως ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, αναφέρω μερικές από τις παραβάσεις που περιγράφονται στην Αναφορά της Eurostat (COM 1/8-1- 2010).
Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 (Περίληψη των μεθοδολογικών θεμάτων) (σελίδα 20 του (COM)1/8-1-2010), φαίνεται ότι υπάρχουν παραλληλισμοί μεταξύ των αναθεωρήσεων που έγιναν στα ελληνικά στατιστικά στοιχεία κατά το 2004 και κατά το 2009: και στις δύο περιπτώσεις, οι αναθεωρήσεις έγιναν μετά από εκλογικές αναμετρήσεις. Οι αναθεωρήσεις φανερώνουν μία πρακτική εκτεταμένων λανθασμένων αναφορών και ένα περιβάλλον όπου οι έλεγχοι και τα ισοζύγια φαίνεται να απουσιάζουν, οι πληροφορίες είναι αδιαφανείς και διαστρεβλωμένες και τα θεσμικά όργανα αδύναμα και ασυντόνιστα. Μετά από τις πολλαπλές επισκέψεις για μεθοδολογικά αίτια, τις πολλαπλές επιφυλάξεις που έχει κατά καιρούς εκφράσει η Eurostat, τις συστάσεις της Eurostat προς τις Ελληνικές αρχές, τεκμηριώνεται ότι τα προβλήματα στην περίπτωση της Ελλάδας κατά ένα μικρό μόνο μέρος είναι μεθοδολογικού χαρακτήρα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος τους βρίσκεται έξω από τη σφαίρα της στατιστικής”.
Όπως είναι εμφανές, πρόκειται για μία “κεκαλυμμένη” αναφορά ότι, πέρα από τις μεθοδολογικές ατέλειες, μεγάλο μέρος του “ελληνικού στατιστικού προβλήματος” βρίσκεται στο χώρο της πολιτικής βούλησης και των πολιτικών παρεμβάσεων, παρατήρηση η οποία άλλωστε επαναλαμβάνεται κατά κόρον, σε διάφορα σημεία τόσο της Αναφοράς της Eurostat, όσο και στην “Έκθεσης της Επιτροπής για την Αξιοπιστία των Δημοσιονομικών Στοιχείων” (συνημμένο 2) του Υπουργείου Οικονομικών.
Πιο συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο των Συμπερασμάτων της ως άνω Έκθεσης (σελ. 34) αναφέρεται ότι: “…Τέλος, ένα σοβαρό αίτιο της κατάρρευσης της
αξιοπιστίας του συστήματος αποτελούν και οι διαφαινόμενες πολιτικές
παρεμβάσεις. Η δυνατότητα πολιτικών παρεμβάσεων συνδέεται κυρίως με τη
στενή σχέση της ΕΣΥΕ με το Υπουργείο Οικονομικώνκαι την αδυναμία του ΓΛΚ
να λειτουργήσει αυτόνομα και υπέυθυνα. Οι παρεμβάσεις αυτές
υποσημειώνονται ανάγλυφα και στη τελευταία έκθεση της Eurostat (Ιανουάριος
2010)”.
Σε άλλο σημείο της παραγράφου 4 της Αναφοράς της Eurostat (σελ. 20) αναφέρεται ότι “…Οι αναθεωρήσεις των στοιχείων που σημειώθηκαν μεταξύ του 2005 και του 2008, κατά κύριο λόγο έγιναν για λόγους μεθοδολογικούς, ενώ στην αναθεώρηση της 2ας Οκτωβρίου 2009, δε φαίνεται να υπάρχει κάποιο ζήτημα μεθοδολογίας, αλλά απλά από τις Ελληνικές αρχές αναφέρθηκαν λανθασμένα στοιχεία”. Παράλληλα επισημαίνεται ότι, “…στην περίπτωση των κονδυλίων που αφορούν στην κοινωνική ασφάλιση, οι αναθεωρήσεις της περίοδου 2005-2008, κατά κύριο λόγο οφείλονται σε μεθοδολογικά ζητήματα. Αντίθετα, δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο εάν το “φουσκωμένο” πλεόνασμα της κοινωνικής ασφάλισης που αναφέρθηκε στην αναφορά του Απριλίου 2009, οφείλεται μόνον σε μεθοδολογικές διαφορές”.
Στην παράγραφο 4.2 (Αναθεώρηση των Λογαριασμών του Υπουργείου Οικονομικών) (σελίδα 21 του (COM)1/8-1-2010, αναφέρεται ότι σε παρατηρήσεις που έγιναν από τη Eurostat προς το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους σχετικά με τον προσδιορισμό της κατηγορίας που ανήκουν συγκεκριμένοι λογαριασμοί οι οποίοι δεν κινούνται μέσω του Προϋπολογισμού, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν σωστά στα στατιστικά στοιχεία που θα εξέδιδε η Eurostat κατά το μήνα Οκτώβριο, στις 10 Οκτωβρίου 2009, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους απάντησε προς τη Eurostat, ότι δεν θα ήταν δυνατό να έχει ολοκληρωθεί η σχετική έρευνα πριν από το τέλος του χρόνου. Εν τούτοις, η απάντηση προς τη Eurostat δόθηκε τελικά στις 16 Οκτωβρίου 2009. Και όπως επισημαίνουν οι συντάκτες της Αναφοράς της Eurostat, η έρευνα που λίγες μέρες νωρίτερα φαινόταν ότι απαιτούσε μήνες για να ολοκληρωθεί, “…ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγες μέρες, κατά τα φαινόμενα λόγω του ότι οι νέες πολιτικές αρχές έδωσαν οδηγίες προς το ΓΛΚ να ολοκληρώσει την έρευνα για τους ως Λογαριασμούς του Υπουργείου Οικονομικών, όσο το δυνατό πιο σύντομα”.
Στην παράγραφο 4.3 (Έσοδα από λογαριασμούς εκτός Προϋπολογισμού) (σελίδες 21 και 22 του (COM)1/8-1-2010), όπου γίνεται αναφορά σε ποσό 300 εκατομμυρίων ευρώ το οποίο αφορά σε λογαριασμούς εκτός Προϋπολογισμού και το οποίο με βάση την αναθεώρηση της 21ης Οκτωβρίου μεταφέρθηκε σε αύξηση του ελλείμματος του 2008,. Η Αναφορά της Eurostat, θεωρεί ως -κατ’ αρχάς- ορθή τη μεταφορά αυτή και αναφέρει χωρίς περιστροφές ότι, “…η περίπτωση αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως σκόπιμη λανθασμένη αναφορά των στοιχείων από το ΓΛΚ στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου 2009 και της 2 Οκτωβρίου 2009”.
Στην παράγραφο 4.4 (Διαγραφές των Swaps) (σελίδα 22 του (COM)1/8-1- 2010), αναφέρεται ποσό 210 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο σύμφωνα με την αναθεώρηση της 21 Οκτωβρίου επιβάρυνε το έλλειμμα του 2008 (εξ΄αιτίας ακύρωσης swap).
Συμφωνα με την Αναφορά της Eurostat ( η οποία θεωρεί ορθό το χειρισμό του θέματος στην αναθεώρηση της 21ης Οκτωβρίου), “…αυτό αποτελεί μία περίπτωση λανθασμένης αναφοράς από το ΓΛΚ στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου 2009 και της 2 Οκτωβρίου 2009, παρά μία μεθοδολογική διαφορά ή ένα απλό λάθος”. Και όπως αναφέρει η Αναφορά της Eurostat, “…υπάρχουν αποδείξεις ότι το ΓΛΚ, ήδη από τον Απρίλιο του 2009 γνώριζε ότι το συγκεκριμένο ποσό έπρεπε να καταχωρηθεί διορθωτικά, αλλά και τον τρόπο “ουδετεροποίησής” του, αλλά το έπραξε μόνον στην αναθεώρηση της 21 Οκτωβρίου 2009, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό το δημοσιονομικό έλλειμμα που εμφανίζονταν στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου και της 2 Οκτωβρίου 2009″.
Στην παράγραφο 4.5 (Προσαρμογές για πληρωμές τόκων) (σελίδα 22 του (COM)1/8-1-2010), αναφέρεται ότι οι δαπάνες για δεδουλευμένους τόκους του έτους 2009, οι οποίοι είχαν υπολογισθεί από το ΓΛΚ και ήταν γνωστοί ήδη από το Μάρτιο του 2009, δεν αναφέρθηκαν σωστά στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου 2009 και της 2 Οκτωβρίου 2009. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η Αναφορά της Eurostat, στις γνωστοποιήσεις αυτές, “… στους πίνακες που συμπληρώνει το ΓΛΚ στα πλαίσια των γνωστοποιήσεων Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, συμπεριλήφθηκε ποσό 45 εκατομμυρίων ευρώ, αντί του κανονικού των 495 εκατομμυρίων, μειώνοντας εσφαλμένα το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά 450 εκατομμύρια ευρώ. Το σωστό νούμερο τελικά συμπεριλήφθηκε στη στη γνωστοποίηση Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος της 21 Οκτωβρίου 2009. Αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί ως μία περίπτωση σκόπιμης λανθασμένης αναφοράς των στοιχείων, από το ΓΛΚ, στις γνωστοποιήσεις του Απριλίου και της 2 Οκτωβρίου 2009”.
Στην παράγραφο 4.6 (Αναδοχές και εγγυήσεις χρέους) (σελίδες 22 και 23 του (COM)1/8-1-2010), αναφέρεται ότι το ζήτημα των αναδοχών και των εγγυήσεων χρέους, είχε απασχολήσει συχνά τη Eurostat και τις Ελληνικές αρχές και είχε γίνει ξεκάθαρο ότι οι κανόνες στατιστικής διαχείρισης του ζητήματος αυτού δεν είχαν ακολουθηθεί πριν από το 2004, με αποτέλεσμα την εσφαλμένη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους της Ελλάδας.
Στην αναθεώρηση της 21 Οκτωβρίου 2009, οι Ελληνικές αρχές προσκόμισαν στη Eurostat αναθεωρημένα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία είχαν αναπροσδιοριστεί τα μεγέθη των υποχρεώσεων της Κυβέρνησης, από καταπτώσεις εγγυήσεων κατά 200 εκατομμύρια ευρώ για τα έτη 2006 και 2007 και κατά μικρότερα ποσά για τα έτη 2005 και 2006.
Κατά τα φαινόμενα, ήδη από το 1996 και παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις των Ελληνικών αρχών ότι η πρακτική του ΓΛΚ θα εναρμονισθεί με τους κανόνες που συνιστούσε η Eurostat, αυτό δεν έγινε. Και όπως χαρακτηριστικά καταγράφει η Αναφορά της Eurostat, και η περίπτωση αυτή θα πρέπει “…να θεωρηθεί ως περίπτωση απροθυμίας του ΓΛΚ να συμμορφωθεί με τους ακολουθούμενους μεθοδολογικούς κανόνες, τόσο στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου 2009 και της 2 Οκτωβρίου 2009, όσο και στις αντίστοιχες γνωστοποιήσεις του παρελθόντος”.
Στην παράγραφο 4.13 (Παροχές από Ευρωπαϊκή Ένωση) (σελίδα 26 του (COM)1/8-1-2010), αναφέρεται ότι ήδη από το 2004 είχε επισημανθεί ο λανθασμένος λογιστικός και στατιστικός χειρισμός μέρους των κεφαλαίων που εισέπραττε η χώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιο συγκεκριμένα, οι πληρωμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς μη Κυβερνητικούς θεσμικούς φορείς, κατά την είσπραξή τους λογιστικοποιούνταν ως “κυβερνητικό έσοδο” (μειώνοντας με τον τρόπο αυτό το έλλειμμα) και κατά την πληρωμή τους προς τους φορείς λογιστικοποιούνταν όχι ως “έξοδο” (όπως είναι ο ορθός τρόπος), αλλά ως “χρηματοοικονομική συναλλαγή”, έτσι ώστε να μην έχει επίδραση στο έλλειμμα. Μετά από παρεμβάσεις της Eurostat, οι Ελληνικές αρχές διόρθωσαν τις λογιστικές εγγραφές και αναθεώρησαν τις “ανωμαλίες” που είχαν υπάρξει μεταξύ των ετών 2005 και 2008.
Όμως, στη γνωστοποίηση της 2 Οκτωβρίου 2009, η Eurostat παρατήρησε μία προς τα κάτω αναθεώρηση των σωρευτικών αναθεωρητικών προσαρμογών του έτους 2008, σε σχέση με τη γνωστοποίηση του Απριλίου του 2009 (μείωση σε 1.450 εκατ. ευρώ από 1.636 εκατ. ευρώ που είχε καταγραφεί τον Απρίλιο). Με τον τρόπο αυτό μειώθηκε το έλλειμμα με τη διαφορά μεταξύ των ποσών αυτών. Σε ερώτημα της Eurostat για την αλλαγή αυτή, οι Ελληνικές αρχές απάντησαν ότι προχώρησαν στην αλλαγή λόγω μεταβολής των στοιχείων για τα ποσά αυτά.
Όμως, στη γνωστοποίηση της 21 Οκτωβρίου 2009, το ποσό αυτό αναθεωρήθηκε και πάλι σε 1.666 εκατομμύρια ευρώ (αυξάνοντας το έλλειμμα του 2008). Όπως παρατηρεί η Eurostat, “… κατά τα φαινόμενα, η διόρθωση που έγινε από τις Ελληνικές αρχές στη γνωστοποίηση της 2 Οκτωβρίου 2009, δεν έπρεπε να είχε γίνει, αφού τα στοιχεία στα οποία αναφέρονται τα ποσά αυτά ουδέποτε μετεβλήθησαν μεταξύ του Απριλίου και του Οκτωβρίου 2009”.
Στην παράγραφο 4.14 (Υποχρεώσεις Νοσοκομείων) (σελίδες 26 και 27 του (COM)1/8-1-2010) αναφέρθηκε ότι το ζήτημα των υποχρεώσεων των νοσοκομείων ανέκυψε το 2005 όταν αποκαλύφθηκε ότι μεταξύ των ετών 2002 και 2004 υπήρχαν υποχρεώσεις ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες δεν είχαν ποτέ καταγραφεί. Τότε, αποφασίσθηκε να καταγράφονται οι υποχρεώσεις αυτές κατά το έτος ανάληψής τους.
Όμως, μετά από τον έλεγχο των στοιχείων των γνωστοποιήσεων Διαδιακασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Οκτωβρίου 2009, παρουσιάστηκαν δύο προβλήματα:
α) Παρά το γεγονός ότι οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις των νοσοκομείων για τα έτη 2005 έως 2008 έφθαναν στα 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ (ποσό το οποίο επιδρά στο ύψος του δημοσιονομικού ελλείμματος), η ΕΣΥΕ καταχώρησε ποσό μόνον 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος του Απριλίου 2009 και της 2ας Οκτωβρίου 2009 και με τον τρόπο αυτό “ανακριβώς μείωσε το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά έτη 2006, 2007 και 2008”, όπως αναφέρει η Eurostat. Παράλληλα, στην Αναφορά της η Eurostat αναφέρει χαρακτηριστικά ότι, αυτή η περίπτωση “…θα πρέπει να θεωρηθεί ως μία περίπτωση σκόπιμης λανθασμένης αναφοράς στοιχείων, στις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος των ετών 2007 και 2008, καθώς και αυτής της 2 Οκτωβρίου 2009”.
β) Στη γνωστοποίηση Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος της 21 Οκτωβρίου 2009, προστέθηκε στο δημοσιονομικό έλλειμμα του 2008, ένα επιπλέον ποσό ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, πέραν αυτού των 2,3 δισεκατομμυρίων. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Αναφορά της Eurostat, η οποία επικαλείται σχετική αναφορά των Ελληνικών αρχών, αυτό έγινε μετά από άμεση εντολή του Υπουργείου Οικονομικών, παρά το γεγονός ότι το συνολικό ύψος των υποχρεώσεων των νοσοκομείων δεν είναι ακόμη γνωστό και συνεπώς υπάρχουν αμφισβητήσεις για το εάν το ποσό αυτό θα έπρεπε να καταλογισθεί στο 2008 ή και σε προηγούμενα έτη. Παράλληλα, αναφέρεται ότι η ΕΣΥΕ έχει εκφράσει τη διαφωνία της προς το ΓΛΚ και το Υπουργείο Οικονομικών επί του ζητήματος. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Eurostat, “…αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί ως μία λανθασμένη μεθοδολογική αντιμετώπιση από την πλευρά του ΓΛΚ”.
Συμπερασματικά επί του ζητήματος αυτού, η Eurostat αναφέρει ότι, παρά το γεγονός ότι, ήδη από το 2005, είχαν υπάρξει διαβεβαιώσεις από την πλευρά των ελληνικών αρχών ότι το ζήτημα της καταγραφής των υποχρεώσεων των νοσοκομείων δε θα εμφανιζόταν ποτέ πια, εν τούτοις το ίδιο πρόβλημα σημειώθηκε και στο 2009. Πέρα από τις λανθασμένες αναφορές των ελληνικών στατιστικών υπηρεσιών, το ζήτημα των υποχρεώσεων των νοσοκομείων κατά τα φαινόμενα οφείλεται σε λανθασμένο τρόπο λογιστικής καταγραφής από τα ίδια τα νοσοκομεία, γεγονός που όμως “προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες επί της ικανότητας των Ελληνικών αρχών να σεβαστούν τους λογιστικούς κανόνες, καθώς και επί της υπευθυνότητας του Ελληνικού θεσμικού πλαισίου”.
Α2. Η ΕΚΘΕΣΗ ΜΗΝΟΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΣΤΗΘΗΚΕ ΤΗΝ 30.10.2009 ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Στην εισαγωγή της έκθεσης (συνημμένο 2) αναφέρεται : “Από τις αρχές Οκτωβρίου του 2009, έχει υπάρξει, ως γνωστό, σοβαρή αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των ελληνικών δημοσιονομικών στοιχείων από τη Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat), εξ αιτίας της αιφνίδιας και σημαντικής προς τα πάνω αναθεώρησης του ελλείμματος και του χρέους της γενικής κυβέρνησης για το 2008 καθώς και της πολύ μεγάλης αναθεώρησης των εκτιμήσεων για τα δημοσιονομικά μεγέθη του 2009. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σε αρνητικές αξιολογήσεις της αξιοπιστίας του ελληνικού στατιστικού συστήματος και στην έναρξη διαδικασιών ελέγχου από τη EUROSTAT, με στόχο την αποτίμηση της πραγματικής δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας και τη διατύπωση σχετικών συστάσεων.
Παράλληλα, στο διεθνή τύπο εμφανίσθηκε πληθώρα αρνητικών δημοσιευμάτων, τα οποία υπόσκαψαν έτι περαιτέρω την αξιοπιστία των ελληνικών στατιστικών στοιχείων και εν τέλει την αξιοπιστία της χώρας συνολικά. Συγχρόνως, οι ξένοι επενδυτές έγιναν ιδιαίτερα διστακτικοί στην αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων, με αποτέλεσμα τα περιθώρια επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα γερμανικά να έχουν διευρυνθεί σημαντικά.
Επεισόδια αμφισβήτησης των ελληνικών στατιστικών στοιχείων παρουσιάστηκαν και στο παρελθόν και η EUROSTAT είχε κατά καιρούς εκφράσει επιφυλάξεις, αμφιβολίες, ενστάσεις και σχόλια για την ποιότητά τους, που είχαν οδηγήσει σε σημαντικές αναθεωρήσεις και στην απώλεια αξιοπιστίας. Παρά την ανάληψη σχετικών δεσμεύσεων από τις ελληνικές αρχές, η επανεμφάνιση του ιδίου φαινομένου και πάλι πρόσφατα σαφώς υποδηλώνει ότι η ανταπόκρισή τους στις παρεμβάσεις και απαιτήσεις της EUROSTAT για πιστή τήρηση των κανόνων στατιστικής δεοντολογία υπήρξε πλημμελής και ανεπαρκής”.
Στην Έκθεση γίνεται περιγραφή των προβλημάτων της λειτουργίας του όλου συστήματος παραγωγής στατιστικών στοιχείων και υποβάλλονται προτάσεις για την επίλυσή τους. Στα παραρτήματα της Έκθεσης περιλαμβάνονται οι γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος που απέστειλε η ΕΣΥΕ προς τη Eurostat στις 2 και στις 21 Οκτωβρίου 2009.
Β. ΤΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΕΥΔΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Η επί μακρόν ψευδής παροχή λανθασμένων ή ψευδών στοιχείων, ενώπιον της Ευρωπαικής Στατιστικής Υπηρεσίας, ως αυτό προκύπτει τόσο από την 8.1.2010 Έκθεση της Eurostat, όσο και από την ως άνω παρατεθείσα Έκθεση της Επιτροπής για την αξιοπιστία των Δημοσιονομικών Στοιχείων, οδήγησε σε σειρά δυσάρεστων οικονομικών συνεπειών για την χώρα μας και τους πολίτες της, όπως αύξηση επιτοκίων δανεισμού, δυσκολίες στην εξεύρεση δανειστών, επιβολή σκληρών οικονομικών μέτρων, αλλά και στην απαξίωση της εικόνας της χώρας, της οικονομίας της, του Έλληνα πολίτη και των Ελληνικών επιχειρήσεων.
Συγκεκριμένα:
Οι οικονομικές (ποσοτικές) παράμετροι των εξελίξεων αυτών είναι:
α) Υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από τους τρεις κυριότερους διεθνείς επενδυτικούς οίκους (Fitch, Standard & Poors, Moody’s).
β) Κατάρρευση των τιμών των ομολόγων της χώρας και αύξηση του επιτοκίου δανεισμού.
γ) Κατάρρευση των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, αλλά και πρόκληση φόβων για άνοδο του “συστημικού” κινδύνου στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, ενώ παράλληλα είχε και αρνητικές επιδράσεις στις αγορές ομολόγων και τις χρηματιστηριακές αγορές μίας σειράς χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια με της Ελλάδας οικονομικά προβλήματα.
δ) Υπαγωγή της χώρας στην παράγραφο 9 του άρθρου 104 της Συνθήκης του Μάαστριχτ, περί “εμφάνισης υπερβολικού ελλείμματος”.
ε) Εξαιρετικά μεγάλη αύξηση του κόστους δανεισμού, σε όλες τις εκδόσεις νέων χρεογράφων που επιχείρησε έκτοτε το Υπουργείο Οικονομικών.
στ) Αναγκαστική περιστολή της δημοσιονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, με αποτέλεσμα την περικοπή των δαπανών (μισθών, επιδομάτων, επενδύσεων σε διάφορους τομείς κλπ) και την αύξηση των εσόδων (αύξηση έμμεσων και άμεσων φόρων, τελών κλπ), εξέλιξη που οδηγεί στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των ελλήνων και την οικονομία σε περαιτέρω ύφεση, με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα που θα διαχυθούν και θα διαφανούν σε βάθος ετών.
Παράλληλα, τα παραπάνω αναμένεται να οδηγήσουν σε:
α) Οδήγηση της οικονομίας σε κατάσταση ύφεσης με σημαντική κατ’ έτος μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
β) Μείωση των εγχώριων επενδύσεων και καθίζυση των επενδύσεων από το εξωτερικό.
γ) Περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων.
δ) Επιδείνωση των προοπτικών του μέλλοντος που θα φέρουν οι μειώσεις των επενδύσεων στην Παιδεία και στην Υγεία, οι περικοπές των πόρων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
ε) Ενδεχόμενη υποβάθμιση της εθνικής ασφάλειας της χώρας, λόγω της (αναγκαστικής) μείωσης των δαπανών για την Άμυνα.
Οι ποιοτικές παράμετροι των παραπάνω εξελίξεων είναι:
α) Μεγάλη κατάπτωση του ηθικού στο εσωτερικό της χώρας, η οποία αναλύεται σε αύξηση της απαισιοδοξίας, σε μείωση του συναισθήματος της ασφάλειας, σε αύξηση της εσωστρέφειας, σε περιορισμό των ορατών θετικών προοπτικών για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τους νέους. Παράλληλα, ήδη παρατηρείται σοβαρή μείωση της οικονομικής δραστηριότητας (σε μία περίοδο που οι οικονομίες ομοειδών κρατών ανακάμπτουν), ενώ –σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών- αναμένεται να υπάρξει περαιτέρω μείωση δραστηριότητας και στα επόμενα χρόνια, με προφανείς συνέπειες στο εισόδημα των πολιτών της χώρας.
β) Η πλήρης απαξίωση του ονόματος της χώρας στο εξωτερικό.
γ) Η κατάρρευση της αξιοπιστίας της χώρας και ο επί μακρόν χλευασμός της χώρας και των στατιστικών της υπηρεσιών από διεθνείς φορείς, αλλά σχεδόν και το σύνολο των διεθνών ΜΜΕ. Κατά το διάστημα από τον Οκτώβριο 2009 έως και σήμερα, στα διεθνή ΜΜΕ έχουν υπάρξει χιλιάδες (στην κυριολεξία) άρθρα με αρνητικό για τη χώρα μας και την οικονομία της περιεχόμενο, τα οποία προκαλούν εξαιρετικά μεγάλη βλάβη. Ιδιαίτερα όμως, μετά τη δημοσιοποίηση της Αναφοράς της Eurostat στο διαδίκτυο, τα άρθρα αυτά έχουν πολλαπλασιασθεί και έχει αυξηθεί το δυσφημιστικό τους περιεχόμενο για τη χώρα μας. Είναι χαρακτηριστικό ότι δημιουργήθηκε και χρησιμοποιείται ευρύτατα το δυσφημιστικό ακρωνύμιο PIGS (δηλαδή, γουρούνια), το οποίο σχηματίζεται από τα λατινικά αρχικά των ονομάτων των κρατών Portugal, Ireland, Greece, Spain. Παράλληλα, στα διεθνή ΜΜΕ και στις κοινότητες αναλυτών και επενδυτών παγκοσμίως, η έκφραση “Greek statistics” (δηλαδή, “Ελληνικά στατιστικά”) υπονοεί περιπτώσεις και φαινόμενα προχειρότητας, απάτης και πολιτικής παρέμβασης. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά οράτε τα συνημμένα υπ’ αριθμόν 6 (τρία άρθρα από διεθνή και ελληνικά ΜΜΕ).
δ) Η άμεση ή έμμεση απώλεια τμήματος της εθνικής κυριαρχίας, όπως έχει δηλώσει ο Πρωθυπουργός (10 Φεβρουαρίου 2010, μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε.), αλλά και όπως διαφαίνεται από τα μέτρα οικονομικής πολιτικής τα οποία αναγκάζεται να λάβει η Κυβέρνηση, κατ’ απαίτηση ξένων (μη εθνικών) φορέων.
Με άλλα λόγια, η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα κατά τους τελευταίους μήνες, δεν είναι απλά άσχημη, αλλά θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως “εθνικά κρίσιμη”. Παράλληλα δε, η κατάσταση αυτή δεν είναι βραχυχρόνια, αλλά θα εκτυλιχθεί -ενδεχόμενα επιδεινούμενη- μέσα σε ένα αρκετά μακρύ χρονικό διάστημα.
Η εκκίνηση όλων των παραπάνω ήταν ξαφνική και είχε σα χρονική αφετηρία τη δημοσιοποίηση των αναθεωρημένων οικονομικών στοιχείων της χώρας, στις 21 Οκτωβρίου 2009, με την ευκαιρία της αποστολής αναθεωρημένης έκθεσης προς τη Eurostat στα πλαίσια των διαδικασιών που προβλέπονται και που έχουν την ονομασία “Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος”, μία ενέργεια που όμως έγινε για να καλύψει τα ψευδή στοιχεία που απέστειλαν οι Ελληνικές αρχές προς τη Eurostat με τις γνωστοποιήσεις Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος τον Απρίλιο του 2009 και στις 2 Οκτωβρίου 2009.
Μέσα από την γνωστοποίηση που απέστειλε το Υπουργείο Οικονομικών στις 21 Οκτωβρίου 2009 αναδείχθηκε η δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, αλλά παράλληλα αποκαλύφθηκε το τραγικά απελπιστικό επίπεδο των στατιστικών στοιχείων τα οποία υποβάλλουν οι επίσημοι αρμόδιοι φορείς της χώρας προς τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Με βάση τις αντιδράσεις και τις δηλώσεις των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μεγάλου αριθμού διεθνών οργανισμών, τα δημοσιεύματα των ελληνικών και των διεθνών ΜΜΕ, αλλά και δηλώσεις ελλήνων κυβερνητικών αξιωματούχων, προκύπτει ότι ένα σημαντικά μεγάλο μέρος των αρνητικών εξελίξεων για τη χώρα κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών οφείλεται στην κατάρρευση της αξιοπιστίας της χώρας, γεγονός το οποίο -σε πολύ μεγάλο βαθμό- προέκυψε από την επι μακρόν παροχή λανθασμένων στοιχείων στη Eurostat, που είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση μίας -κατά το δυνατόν- ωραιοποιημένης και επίπλαστης οικονομικής εικόνας για την ελληνική οικονομία, η οποία όμως σήμερα έχει καταρρεύσει με τις γνωστές συνέπειες που όλοι βιώνουμε.
ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΩΣ ΑΝΩ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 259, 242, ΚΑΙ 390 ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Όλες οι προναφερθείσες πράξεις των αρμοδίων δημοσίων οικονομικών υπηρεσίων δια των αρμοδίων υπαλλήλων τους, οδήγησαν στις δυσάρεστες συνέπειες, που ως άνω περιγράφηκαν και αποτελούν αξιόποινες πράξεις καθώς πληρούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άρθρων 259, 242 και 390 ΠΚ.
Συγκεκριμένα, κατά την διάταξη του άρθρου 390, όπως αντικαταστάθηκε, η αρχικά περιεχόμενη σ’ αυτά λέξη “πρόθεση” με τη λέξη “γνώση”, από το άρθρο 36 παρ. 2 του Ν. 21 2 1993, όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση, τιμωρείται από το νόμο. Από την διάταξη αυτή, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης, της αξιόποινης αυτής πράξης (απιστίας), απαιτείται άμεσος δόλος, δηλαδή γνώση της επέλευσης της ζημίας στην περιουσία άλλου. Από την προηγούμενη παράθεση των γεγονότων και αποδεικτικών στοιχείων, προκύπτει άμεσος, δόλος σκοπού, των αρμόδιων οικονομικών υπηρεσιών δια των αρμοδίων υπαλλήλων τους, ως προς την δημιουργία και παράσταση, ενώπιον της ευρωπαικής στατιστικής υπηρεσίας, ψευδών (ελαττωμένων εν προκειμένω) δημοοσιονομικών στοιχείων, με σκοπό να παραπλανήσουν το κοινοτικό όργανο και να αποκομίσουν πολιτικά και τυχόν άλλα οφέλη. Τόσο από την έκθεση της ΕUROSTAT όσο και από την Έκθεση της Επιτροπής για την αξιοπιστία των δημοσιονομικών στοιχείων και πληθώρας άλλων στοιχείων, προκύπτει σαφώς και αναμφισβήτητα, πως οι αρμόδιες ελληνικές οικονομικές υπηρεσίες, δια των αρμοδίων υπαλλήλων τους, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και κατά παράβαση αυτών (παράβαση καθήκοντος άρθρου 259 ΠΚ) κατασκεύασαν (συνέταξαν δημόσια έγγραφα) με ψευδή δημοσιονομικά στοιχεία (παράβαση του άρθρου 242 ΠΚ). Στην συνέχεια παρέστησαν τα ψευδή στοιχεία ως αληθή, ενώπιον της Ευρωπαικής Στατιστικής Υπηρεσίας, με σκοπό να την παραπλανήσουν και να αποκομίσουν οφέλη, είτε πολιτικά, είτε προσωπικά και εν γένει περιουσιακά.
Αυτές οι πράξεις, ζημίωσαν την Ελληνική οικονομία αλλά και τους Έλληνες φορολογούμενους πολίτες και καταναλωτές, προκάλεσαν κατάρρευση της αξιοπιστίας της διεθνώς και υποβίβασαν την θέση της χώρας και του Ελληνα πολίτη σε όλα τα επίπεδα. Παράλληλα δε, προκάλεσαν τον κίνδυνο επιβολής προστίμων από την Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος της Ελλάδας, λόγω της παραβίασης της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας (συνημμένο 7)
ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ-ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ-ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
Ως Έλληνας φορολογούμενος πολίτης, καταναλωτής αλλά και ευρύτερα ως Ευρωπαίος πολίτης, αλλά και ως μέτοχος σε ανώνυμη εταιρία παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, καλούμαι να αποπληρώσω άμεσους και έμμεσους φόρους καθώς και διάφορα τέλη, που επιβλήθηκαν και πρόκειται να επιβληθούν, ένεκα της παραβατικής συμπεριφοράς των ελληνικών αρμοδίων οικονομικών υπηρεσιών, οι οποίες συνέταξαν εν γνώση τους και παρέστησαν ψευδή δημοσιονομικά στοιχεία ως αληθή, ενώπιον των αρμοδίων ελεγκτικών οργάνων της Ευρωπαικής Ένωσης. Η ζημία που υφίσταται η περιουσία μου, από την επιβολή και εφαρμογή των νέων φορολογικών μέτρων, είναι αδιαμφισβήτητη και σημαντική. Πέραν όμως της δεδομένης οικονομικής μου ζημίας, υφίσταμαι και προσβολή της προσωπικότητάς μου. Το όνομα της χώρας μου δυσφημήσθηκε και δυσφημείται καθημερινά από τα εγχώρια και διεθνή ΜΜΕ καθώς και από τα αρμόδια για τα δημοσιονομικά κοινοτικά όργανα. Οι ως άνω πράξεις προσβάλουν βάναυσα την καλή φήμη, το κύρος και την αξιοπιστία της χώρας, το αξιόχρεο και το φερέγγυό της στις διεθνείς συναλλαγές. Πλέον, οι ευρωπαίοι εταίροι μας και ευρωπαίοι πολίτες των υπολοίπων κρατών μελών της Ευρωπαικής Ένωσης, θεωρούν την Ελλάδα και τους πολίτες της, κατ’ επέκταση και τις ελληνικές επιχειρήσεις, αναξιόπιστες και χαμηλής φερεγγυότητας. Έχει χαθεί η αξιοπιστία τόσο της χώρας όσο και των πολιτών της. Οι ανά τον κόσμο επενδυτές αναφέρονται για τη χώρα με απαξιωτικές εκφράσεις και χαρακτηρισμούς για τους έλληνες πολίτες.
Αυτή η κατάσταση, μου δημιουργεί αίσθημα μειονεξίας, κατωτερότητας, ανασφάλειας για το μέλλον, ενώ βλάπτομαι τόσο υλικά όσο και ηθικά.
Προς τούτο, από τα άρθρα 63, 82-84 και 87 του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι νομιμοποιούμαι ενεργητικά να παρασταθώ ως πολιτικώς ενάγων κατά την ποινική διαδικασία και να απαιτήσω αποζημίωση, ως παθών από το έγκλημα, ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβη ύψους 50 Ευρώ με επιφύλαξη.
Επειδή συντρέχει επείγουσα περίπτωση για άμεση διεξαγωγή εισαγγελικής έρευνας σχετικά και με τέλεση αδικημάτων που ενδεχόμενα υπόκεινται σε βραχεία παραγραφή.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΙΤΟΥΜΑΙ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΕΝΔΕΛΕΧΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΠΡΟΣ ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΤΩΝ ΥΠΑΙΤΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ 259 242 ΠΚ ΚΑΙ 390 ΠΚ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΟΠΟΙΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΡΟΚΥΨΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
ΜΗΝΥΩ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΩΣ ΑΝΩ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΑΙΤΟΥΜΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΟΥΣ.
ΔΗΛΩΝΩ ΟΤΙ ΠΑΡΙΣΤΑΜΑΙ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ ΕΝΑΓΩΝ.
Συνήγορο πολιτικής αγωγής, πληρεξούσιο και αντίκλητο διορίζω την δικηγόρο Αθηνών, Ουρανία Κατσαρού του Γεωργίου, κάτοικο Νέας Φιλαδελφείας Αττικής, οδός Τρωάδος αριθμ. 21.
Προσάγω και επικαλούμαι τα ακόλουθα έγγραφα:
- 1) Eurostat – Ευρωπαϊκή Επιτροπή (COM 1) 2010 αναφορά με τίτλο“Αναφορά επί των Στατιστικών Στοιχείων του Ελληνικού Δημοσιονομικού Ελλείμματος και Χρέους” (REPORT ON GREEK GOVERNMENT DEFICIT AND DEBT STATISTICS)
- 2) Έκθεση της Επιτροπής για την Αξιοπιστία των Δημοσιονομικών Στοιχείων, Υπουργείο Οικονομικών, Ιανουάριος 2010
- 3) Κανονισμός 223/2009 (συνημμένο 3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
- 4) “Κώδικα Εφαρμογής Ευρωπαϊκών Στατιστικών Στοιχείων” (European Statistics Code of Practice)
- 5) Αναφορά του European Statistical Governance Advisory Board, Νοεμβρίου 2009
- 6) Άρθρα: α) της εφημερίδας Wall Street Journal, β) της εφημερίδας New York Times και γ) του (ελληνικού) ιστοτόπου “in.gr” που αναφέρονται στο ζήτημα των λανθασμένων στατιστικών στοιχείων και στις συνέπειες που συνέβαλαν να προκληθούν.
7) Επιστολή του μηνυτή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2010 Ο Μηνυτής
Ιωάννης Σιάτρας
δείτε σχετικά
Την Έκθεση της Επιτροπής για την Αξιοπιστία των Δημοσιονομικών Στοιχείων
Δείτε την εξέλιξη της υπόθεσης: Φ. Πετσάλνικος: Και οι 300 της Βουλής, έχουν “θάψει” το σκάνδαλο των στατιστικών στοιχείων!
http://www.i-siatras.gr/permalink/3035.html
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ
Αθήνα, 23 Σεπτεμβρίου 2011
Αριθ. Πρωτ.: 2002
Προς
Τον κ. Ιωάννη Σιάτρα
Οδός Μνησικλέους 2 – Αθήνα
Σε απάντηση της από 18.8.2011 επιστολής σας, σας ενημερώνουμε για τα παρακάτω:
Με το υπ’ αριθμ. 78354/27.7.2010 διαβιβαστικό του Υπουργού Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διαβιβάστηκε στη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος και το ν. 3126/2003, όπως ισχύει, “Ποινική ευθύνη των Υπουργών” δικογραφία με μηνυτήριες αναφορές κατά του τέως Προέδρου της Κυβέρνησης, των τέως Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και των τέως Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στην οποία περιλαμβάνεται και η υπ’ αριθμ. Α2010/1012 μηνυτήρια αναφορά σας. Η δικογραφία ανακοινώθηκε αυθημερόν κατά την Ζ’/27.7.2010 συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής (σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά της Βουλής, τα οποία και σας επισυνάπτουμε) οπότε και ετέθη υπόψη των Βουλευτών. Έκτοτε, η εν λόγω δικογραφία βρίσκεται στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου Βουλευτή.
Ωστόσο, σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελλάδος, (άρθρο 86 παρ. 3), μόνο η Ολομέλεια της Βουλής μπορεί να αποφασίσει για τη συγκρότηση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διεξαγωγή προανακριτικής εξέτασης, εφόσον υποβληθεί σχετική έγγραφη πρόταση από τουλάχιστον τριάντα βουλευτές στο Προεδρείο της Βουλής των Ελλήνων.
Η αξιολόγηση της μηνυτήριας αναφοράς και εν τέλει η υποβολή ή μη της απαραίτητης έγγραφης πρότασης εναπόκειται στην κυριαρχική κρίση των μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έως σήμερα, δεν έχει υποβληθεί τέτοια πρόταση και επομένως δεν έχει ληφθεί από την Ολομέλεια καμία σχετική απόφαση.
Με εντολή του Προέδρου της Βουλής
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ Δ.ΝΣΗΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΑΝΑΘΑΣΙΟΣ Κ. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
α/α Αντιγόνη Περιφάνου
Συνημμένα (1)
– Επίσημα Πρακτικά της Βουλής (Ζ’/27.10.2010)
Αναγνωρίζω ότι αδίκως κατηγόρησα τον κ. Πετσάλνικο για μη εφαρμογή του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής. Βεβαίως, δεν είχα τη δυνατότητα να γνωρίζω το ότι το ζήτημα είχε “ανακοινωθεί” στην Ολομέλεια. Όμως, μέσω των επιστολών μου στις 6-5-2011 και 18-8-2011, είχα επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια και καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να πληροφορηθώ τις εξελίξεις επί του ζητήματος της μήνυσής μου.
Συνεπώς, μετά τη σημερινή διευκρινιστική επιστολή του Προέδρου της Βουλής (την οποία δημοσιεύω αμέσως μετά τη λήψη της) ανακαλώ την πρόθεσή μου να υποβάλω μήνυση κατ’ αυτού με την κατηγορία της παράβασης καθήκοντος.
Όμως, η σημερινή απάντηση του κ. Πετσάλνικου, με λυπεί. Διότι αποκαλύπτει ότι δεν ήταν αυτός που “έθαψε” την υπόθεση της συγκρότησης ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διεξαγωγή προανακριτικής εξέτασης, για ένα από τα πιο σοβαρά (από άποψης συνεπειών) σκάνδαλα, αλλά το σύνολο των 300 βουλευτών!
Όπως αναφέρει ο κ. Πετσάλνικος, η Ολομέλεια της Βουλής ενημερώθηκε, ενώ “η αξιολόγηση της μηνυτήριας αναφοράς και εν τέλει η υποβολή ή μη της απαραίτητης έγγραφης πρότασης εναπόκειται στην κυριαρχική κρίση των μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου”.
Με άλλα λόγια, οι 300 βουλευτές, έχοντας αξιολογήσει τα στοιχεία της μήνυσης και το κολοσσιαίο μέγεθος του ζητήματος της αποστολής ψευδών στατιστικών στοιχείων και της μη ενημέρωσης του ελληνικού λαού και των αγορών για την πραγματική εικόνα της οικονομίας μας, έκριναν ότι η υπόθεση πρέπει να θαφτεί στα αρχεία του Κτηρίου της Βουλής.
Οι 300 της Βουλής (μεταξύ αυτών και ο κ. Καρατζαφέρης ο οποίος είναι επίσης ένας από τους μηνυτές της υπόθεσης) αρνούνται να αναλάβουν δράση για να ξεκαθαρίσει το πρόσωπο της χώρας, που μέσα από το χαρακτηρισμό “greek statistics” διασύρεται καθημερινά σε όλο το κόσμο.
Της χώρας που, μέσα από αυτό τον στρουθοκαμηλισμό του πολιτικού της κόσμου, έφθασε στο επαίσχυντο σημείο να έχει χάσει την εθνική της ανεξαρτησία και να απλώνει το χέρι προς κάθε κατεύθυνση παρακαλώντας για τη δόση της…
Αιδώς Αργείοι! Αιδώς!
Ο λαός έχει πια κουραστεί. Έχει αγανακτήσει. Σταματήστε πια τον εμπαιγμό! Αν δεν αντέχετε την ευθύνη της θέσης σας, γυρίστε γρήγορα στα σπίτια σας!
Η ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ Scribd