Γιώργος Κατρούγκαλος: Kατάργηση μνημονίων & δανειακής σύμβασης, χωρίς καταγγελία

Προφανώς το πρόβλημα της εξόδου από την κρίση δεν είναι νομικό, ούτε καν κυρίως οικονομικό. Είναι βαθύτατα πολιτικό. Από τη νομική άποψη, όμως, που παρουσιάζεται εδώ, τα πράγματα είναι απλά: Τα μνημόνια καθ’ εαυτά δεν αποτελούν διεθνείς συμβάσεις. Συνεπώς από αυτά δεν απορρέουν διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ούτε η εφαρμοστική τους νομοθεσία έχει τυπική ισχύ ανώτερη από τον κοινό νόμο.

·        Ούτε από τις δανειακές συμβάσεις απορρέουν δεσμεύσεις με υπερνομοθετική ισχύ, εφόσον αυτές δεν έχουν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα.

Συνεπώς, όλοι οι μνημονιακοί νόμοι μπορεί να καταργηθούν με νέο νόμο, με απλή πλειοψηφία, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη καταγγελία καμιάς σύμβασης. 

Ειδικότερα:

-Η θέση περί της πολιτικής και όχι νομικής φύσης των μνημονίων έγινε, ορθά, δεκτή από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας 668/2012. Άλλωστε, το ίδιο το μνημόνιο χαρακτηρίζεται από το νόμο ως «σχέδιο προγράμματος», ενώ στο κείμενο του αυτοπροσδιορίζεται ως «σχέδιο δράσης».

-Περαιτέρω, και οι δύο Δανειακές Συμβάσεις (του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου) έπρεπε να κυρωθούν από τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος. Παρόλα αυτά -και ανεξαρτήτως του ζητήματος της ανάγκης ύπαρξης αυξημένης ή όχι πλειοψηφίας για αυτό-  καμιά από τις δύο δεν κυρώθηκε σύμφωνα με το Σύνταγμα.  Η πρώτη κατατέθηκε προς κύρωση το Μάιο του 2010, αλλά μετά αποσύρθηκε, η δεύτερη εγκρίθηκε από τη Βουλή δύο φορές ως σχέδιο, μία φορά ως παράρτημα  του ν. 4046/2012, και  μία ως Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Ουδέποτε όμως ήρθε για κύρωση στη Βουλή μετά την υπογραφή της.

Οι εν λόγω συμβάσεις, εάν είχαν κυρωθεί συνταγματικά, θα θέσπιζαν διεθνείς υποχρεώσεις σε βάρος της χώρας, με τυπική ισχύ ανώτερη από το νόμο, σε αντίθεση με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα των μνημονίων. Εφόσον αυτό όμως δεν συνέβη, δεν υπάρχει κανένα νομικό εμπόδιο για μία νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία να ανατρέψει τα μνημονιακά μέτρα. Μάλιστα, για μερικά από αυτά, όπως, π.χ. για την κατάργηση των πρόσφατων ρυθμίσεων για τη μετενέργεια, που διαλύουν το εργατικό δίκαιο και τη συλλογική αυτονομία, δεν απαιτείται καν τυπικός νόμος, αλλά αρκεί απλή Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου.

Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι δανειστές μας ενδέχεται να καταγγείλουν από την δική τους μεριά τις δανειακές συμβάσεις, επικαλούμενοι ως λόγο καταγγελίας την κατάργηση των μνημονιακών ρυθμίσεων. Τούτο δεν θα σημαίνει την έξοδο της χώρας από το Ευρώ, που είναι νομικά αδύνατη, εφόσον δεν υπάρχει παρόμοια πρόβλεψη στις Συνθήκες. Θα συνεπάγεται, όμως, την διακοπή της χρηματοδότησης, πράγμα που δεν θα είναι χωρίς συνέπειες για τη χώρα, ενόψει του πρωτογενούς ελλείμματος που ακόμη αντιμετωπίζει.

Καθόλου δεν είναι βέβαιο, όμως, ότι οι δανειστές μας θα επιλέξουν τη ρήξη. Και αυτό γιατί τότε θα είναι ελεύθερος ο δρόμος  για την ενεργοποίηση του βασικού όπλου που έχει η χώρα μας βάσει του διεθνούς δικαίου: Να επικαλεστεί «κατάσταση ανάγκης» για να διακόψει την πληρωμή του χρέους. Σύμφωνα με γενική αρχή του δικαίου (σύμφωνα και με σχέδιο σύμβασης για την Ευθύνη των Κρατών που έγινε δεκτό από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 2001) τα κράτη μπορούν να επικαλεστούν παρόμοιο λόγο μη συμμόρφωσης σε διεθνή τους υποχρέωση, όταν αδυνατούν να ανταποκριθούν ταυτόχρονα στις βασικές κοινωνικές τους λειτουργίες και στην ικανοποίηση των δανειστών τους.

Συνεπώς, αντίθετα με το κλίμα φόβου που καλλιεργούν τα φερέφωνα του κόμματος του μνημονίου, η υποταγή δεν αποτελεί μονόδρομο.

Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου ΔΠΘ

πηγή: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/katargisi-mnimonion-daneiakis-symbasis-xoris-kataggelia-toy-giorgoy-katroygkaloy, image: http://www.inprecor.gr/index.php/archives/167444

4 comments on “Γιώργος Κατρούγκαλος: Kατάργηση μνημονίων & δανειακής σύμβασης, χωρίς καταγγελία

  1. ΤΟ 2014 ΕΠΑΝΗΛΘΕ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΑΛΥΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ :

    Πως μπορεί νομικά να διαγραφεί το χρέος

    BY KATROUGALOS.GR ON 12 ΑΠΡΙΛΊΟΥ, 2014

    Η διαγραφή του χρέους είναι, προφανώς, θέμα πολιτικής απόφασης. Όσα ακολουθούν αφορούν αποκλειστικά και μόνο τις νομικές πλευρές του ζητήματος. Κατ’ αρχάς πρέπει να διευκρινισθούν τα εξής βασικά:

    Τα μνημόνια καθ’ εαυτά δεν αποτελούν διεθνείς συμβάσεις. Συνεπώς δεν θεμελιώνουν, από μόνα τους, διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ούτε η εφαρμοστική τους νομοθεσία έχει τυπική ισχύ ανώτερη από τον κοινό νόμο.
    Τα μνημόνια δεν αποτελούν κανόνες του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού δικαίου.
    Ούτε από τις δανειακές συμβάσεις απορρέουν δεσμεύσεις με υπερνομοθετική ισχύ, εφόσον αυτές δεν έχουν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα.
    Συνεπώς, όλοι οι μνημονιακοί νόμοι μπορεί να καταργηθούν με νέο νόμο, με απλή πλειοψηφία, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη καταγγελία καμιάς σύμβασης.
    Αναλυτικότερα:

    1. Αντισυνταγματικότητα των δανειακών συμβάσεων

    Και οι τρεις Δανειακές Συμβάσεις (του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου μνημονίου) έπρεπε να κυρωθούν από τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος, διότι αφορούν «σε φορολογία, οικονομική συνεργασία και επιβαρύνουν ατομικά τους Έλληνες», εφόσον ρητά παραπέμπουν στους όρους του μνημονίου, ως προϋπόθεση εκτέλεσής τους. Εάν είχαν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα, θα θέσπιζαν διεθνείς υποχρεώσεις σε βάρος της χώρας, με τυπική ισχύ ανώτερη από το νόμο, σε αντίθεση με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα των μνημονίων.

    Καμιά όμως δεν κυρώθηκε. Η πρώτη σύμβαση κατατέθηκε το Μάιο του 2010 προς κύρωση αλλά μετά το σχετικό νομοσχέδιο αποσύρθηκε. Η δεύτερη, είχε κατατεθεί στη Βουλή το Φεβρουάριο του 2012 ως σχέδιο όχι μία, αλλά τρεις φορές, την πρώτη ως παράρτημα 13 στο νόμο 4046/2012 σε νόμο, την δεύτερη ως Πράξη Νομοθετικού Περιεχόμενου (ΠΝΠ) και την τρίτη στον νόμο που κύρωσε την ΠΝΠ. Και η τρίτη, η οποία ενσωματώνει τις ρυθμίσεις του τρίτου μνημονίου, συμπεριλήφθηκε επίσης σε ΠΝΠ και κυρώθηκε με το νόμο 4111/2013.

    Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, η γελοιοποίηση του ελληνικού κοινοβουλίου να εγκρίνει συνεχώς χωρίς ποτέ να συζητά παραλλαγές του ίδιου κειμένου συνδυάζεται με τη συνέχιση της αντισυνταγματικής πρακτικής της μη κύρωσης. Και τούτο γιατί το Σύνταγμα μας δεν προβλέπει την έγκριση σχεδίων, αλλά την κύρωση ήδη ολοκληρωμένων και υπογραμμένων διεθνών συμβάσεων.

    Όπως είναι ευρύτερα, γνωστό και οι τρεις συμβάσεις περιλαμβάνουν προδήλως αντισυνταγματική ρήτρα παραίτησης από την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας. Η πρόβλεψη αυτή, που δεν έχει προηγούμενο στη συνταγματική μας ιστορία, συνιστά de facto εκχώρηση της εξωτερικής οικονομικής κυριαρχίας κατά κατάφωρη παραβίαση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Δεν είναι, αντιθέτως, ιδιαίτερα γνωστό ότι οι συμβάσεις αυτές έχουν και διαφορές, πάντα προς το χειρότερο. Για παράδειγμα, η δεύτερη σύμβαση περιλαμβάνει ακόμη πιο δρακόντειες διατάξεις και από την πρώτη ως προς τις δυνατότητες ευθείας επέμβασης των δανειστών στα εσωτερικά της χώρας μας. Εντελώς ενδεικτικά, αυτή δεν επαναλαμβάνει απλώς, όπως και η πρώτη και η παρούσα, τη ρήτρα παραίτησης από τις ασυλίες της εθνικής κυριαρχίας και την απαγόρευση κάθε μελλοντικής αναδιάρθρωσης του χρέους με όρους που να συμφέρουν τη χώρα μας, αλλά προβλέπει και ρητές «υποχρεώσεις για επιθεωρήσεις, πρόληψη απάτης και ελέγχους».

    Με την προκλητική αυτή διατύπωση, για να προφυλαχθούν οι εταίροι μας από «απάτη» σε βάρος τους από το ελληνικό δημόσιο, θα πρέπει να ανεχόμαστε την άμεση παρέμβαση γκαουλάιτερ που θα έχουν πρόσβαση (στην πραγματικότητα έλεγχο, καθοδήγηση και εντολή) σε κάθε πτυχή άσκησης δημόσιας εξουσίας στον τόπο μας. (Το πιο ωραίο είναι ότι, επειδή έχουν αντιληφθεί την πλήρη νομική αβασιμότητα και επισφάλεια των γνωμοδοτήσεων του Νομικού Συμβουλίου που ζητούν και λαμβάνουν υπέρ της συνταγματικότητας των τερατωδιών αυτών, ως αναπόσπαστο τμήμα των συμβάσεων, έχουν περιλάβει όρο κατά τον οποίο εάν αυτές αποδειχθούν ανακριβείς και η σύμβαση αντισυνταγματική, αυτό θα συνιστά απάτη σε βάρος τους εκ μέρους της Ελλάδας!)

    2. Μνημόνια και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

    Υποστηρίζεται ότι η υποχρέωση του Ελληνικού Κράτους να υλοποιήσει τα μνημονικά μέτρα απορρέει από την Απόφαση 2010/320/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την οποία προσδιορίσθηκαν τα δημοσιονομικά και οικονομικά μέτρα, που υποχρεούται να λάβει το ελληνικό κράτος για να περιορίσει το υπερβολικό έλλειμμα. Ούτε όμως από την Απόφαση αυτή απορρέουν διεθνείς δεσμεύσεις για τη χώρα μας, διότι περιέχει ρυθμίσεις σε τομείς που η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ούτε καν συντρέχουσα αρμοδιότητα, όπως η φορολογία, οι συντάξεις και οι μισθοί. Ως γνωστό, η Ένωση ασκεί μόνον δοτές και απονεμημένες αρμοδιότητες, εκείνες δηλαδή που της έχουν παραχωρήσει τα κράτη με τις Συνθήκες.

    3. «Επονείδιστο» Χρέος και Κατάσταση Ανάγκης

    Συνεπώς, μια προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να καταργήσει τα μνημόνια, ως πολιτικά προγράμματα, και τους εκτελεστικούς νόμους με απόφαση της Βουλής και με απλή πλειοψηφία. Από το πλέγμα της μνημονιακής νομοθεσίας θα απομένουν μόνο οι δανειακές συμβάσεις, οι οποίες, μολονότι δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα στο εσωτερικό της χώρας, βάσει της Συνθήκης της Βιέννης δεσμεύουν τη χώρα σε διεθνές επίπεδο.

    Το ιδανικό θα ήταν, βεβαίως, οι δανειστές να δεχθούν μια συναινετική λύση διαγραφής του χρέους, στο πρότυπο της διαγραφής και επαναρρύθμισης του χρέους της Γερμανίας με την Διεθνή Διάσκεψη του Λονδίνου του 1953. Γιατί όμως οι δανειστές να δεχθούν μια παρόμοια λύση, εφόσον μέχρι σήμερα αποκλείουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο παρόμοιο ενδεχόμενο; Μα ακριβώς γιατί η αδιαλλαξία τους μπορεί να οδηγήσει στο να μην πάρουν πίσω τίποτα από τα οφειλόμενα, εάν η χώρα μας αποφασίσει να ασκήσει τα δικαιώματα της, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η συναινετική λύση είναι η καλύτερη, εάν όμως επιλέξουν την αδιαλλαξία και τις μονομερείες ενέργειες οι δανειστές, κάθε άλλο παρά νομικά άοπλοι δεν θα είμαστε.

    Οι δύο βασικές κατασκευές για την διαγραφή του χρέου είναι η «κατάσταση ανάγκης» και η θεωρία του «επονείδιστου» ή «απεχθούς» χρέους (“odious debt”). Σύμφωνα με την τελευταία η άρνηση πληρωμής δεν ανάγεται σε αδυναμία αποπληρωμής, αλλά στην επίκληση του αντιδημοκρατικού ή καταχρηστικού χαρακτήρα του χρέους. Έτσι έγινε -με πρωτοβουλία των ΗΠΑ- η διαγραφή του επί Χουσεΐν χρέους του Ιράκ, αλλά και η κατά τα τρία τέταρτα απομείωση του χρέους του Ισημερινού, βάσει των πορισμάτων Διεθνούς Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου. (Ιστορικά, το επιχείρημα προβλήθηκε για πρώτη φορά από τις ΗΠΑ ήδη το 1898, μετά τη λήξη του Ισπανοαμερικανικού πολέμου, για να μην εξοφληθεί το χρέος της Κούβας στην Ισπανία).

    Είναι σκόπιμο να διερευνηθεί ποιο τμήμα του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι «επονείδιστο», ώστε να μάθουμε πώς διογκώθηκε και ποιοι, μιζαδόροι και διαπλεκόμενοι, επωφελήθηκαν από αυτό. Αλλά το δικαίωμα διαγραφής «επονείδιστου» χρέους δεν έχει μέχρι σήμερα αναγνωρισθεί ως εθιμικός κανόνας από διεθνή δικαστήρια. Παραμένει κυρίως μία κυριαρχική απόφαση που επιβάλλεται πολιτικά. Αντιθέτως, η «κατάσταση ανάγκης» ως λόγος αναστολής ή διαγραφής τμήματος του χρέους αποτελεί κανόνα του διεθνούς δικαίου, τον οποίο μάλιστα η Ελλάδα είχε επικαλεστεί στο πλαίσιο της χρεωκοπίας του 1932, στην υπόθεση Socobelge.

    Σύμφωνα με το σχέδιο σύμβασης για την «Ευθύνη των Κρατών από Παράνομες Πράξεις», που έγινε δεκτό από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 12 Δεκεμβρίου του 2001, τα κράτη μπορούν να επικαλεστούν κατάσταση ανάγκης ως λόγο μη συμμόρφωσης σε διεθνή τους υποχρέωση, εφόσον αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί ζωτικό τους συμφέρον έναντι άμεσου και επικείμενου κινδύνου. Με άλλα λόγια, εάν ένα κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει ταυτόχρονα τις βασικές κοινωνικές του λειτουργίες και τις υποχρεώσεις του έναντι των δανειστών του, οφείλει να δώσει προτεραιότητα στις πρώτες. Την αρχή αυτή συνοψίζει η δήλωση της προμετωπίδας, στην οποία και αναφέρθηκε η Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ για να στοιχειοθετήσει τη θέση ότι αποτελεί εθιμικό διεθνές δίκαιο η επίκληση κατάστασης ανάγκης από ένα κράτος έναντι των δανειστών του.

    Μάλιστα, ακόμη και το Διεθνές Κέντρο για την Διευθέτηση Επενδυτικών Διαφορών (International Centre for Settlement of Investment Disputes –ICSID-) το οποίο αποτελεί διαιτητικό/δικαιοδοτικό όργανο της Παγκόσμιας Τράπεζας, του δίδυμου οργανισμού του ΔΝΤ, σε αποφάσεις του σχετικές με τη στάση πληρωμής της Αργεντινής δέχθηκε την ύπαρξη παρόμοιου εθιμικού διεθνούς κανόνα. Τον κανόνα έχουν επιβεβαιώσει τα περισσότερα συνταγματικά δικαστήρια των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κρίνοντας ότι αποτελεί προστατευόμενο από την ΕΣΔΑ σκοπό δημοσίου συμφέροντος η ικανοποίηση των βασικών κοινωνικών αναγκών έναντι των οικονομικών απαιτήσεων των δανειστών (Malysh v. Russia, σκέψη 80).

    Για το λόγο αυτό, αν οι δανειστές δεν επιλέξουν τη φωνή της λογικής και της συναινετικής λύσης, η χώρα μπορεί να επικαλεστεί κατάσταση ανάγκης. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι η Ελλάδα των χιλιάδων αυτοκτονιών, των δεκάδων χιλιάδων πεινασμένων μαθητών, των εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων και των εκατομμυρίων νεοπτώχων αντιμετωπίζει πράγματι παρόμοια κατάσταση;

    Συνεπώς, δεν υπάρχουν ανυπέρβλητα νομικά προβλήματα ώστε η νέα δημοκρατική κοινοβουλευτική πλειοψηφία να τερματίσει την ομηρεία της χώρας. Πολιτική βούληση και ισχυρό λαϊκό κίνημα που θα τη στηρίξει είναι αυτά που χρειάζονται.

    Δημοσιεύθηκε στο Unfollow 27, 2014

    http://katrougalos.gr/πως-μπορεί-νομικά-να-διαγραφεί-το-χρέο/

  2. ΤΙ ΛΕΕΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΑΝΕΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ, ΠΑΛΙ ΤΟ 2014, ΠΡΙΝ ΓΙΝΕΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ;;;

    ΠΡΟΣΟΧΗ: Τρίτο μνημόνιο θεωρείται πια εκείνο που ψήφισε και ο ίδιος το 2015

    δείτε σχετικά :
    NOMOΣ 4334/2015 Προαπαιτούμενα έναρξης των διαπραγματεύσεων για σύναψη δανειακής σύμβασης (ESM)

    Τα 223 προαπαιτούμενα για τη χορήγηση του καινούριου δανείου (86 δις ευρώ)

    Μνημόνια, ατομικά δικαιώματα και δημοκρατία: η έκλειψη του Συντάγματος

    BY KATROUGALOS.GR ON 23 ΑΠΡΙΛΊΟΥ, 2014 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΊΑ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΉ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΊΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΝΗΜΌΝΙΟ
    Σε προηγούμενο άρθρο στην «Ουτοπία» παρατηρούσα ότι το πλέγμα των νομοθετικών μέτρων, με τα οποία επιχειρείται στη χώρα μας η επιβολή των μνημονιακών πολιτικών, ουσιαστικά αποτελεί ένα νέο «παρασύνταγμα»1 , στο βαθμό που η εφαρμογή τους προϋποθέτει αναγκαστικά τον παραμερισμό πολλών θεμελιωδών ρυθμίσεων του οικονομικού -και όχι μόνον- Συντάγματος. Η αντισυνταγματικότητα των σχετικών ρυθμίσεων δεν είναι «σημειακή», δεν υπονομεύει δηλαδή ορισμένες μόνον πλευρές της προστασίας των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά θέτει πλέον σε αμφισβήτηση συνολικά τον χαρακτήρα της ελληνικής πολιτείας ως κοινωνικού κράτους και την παραδοσιακή προστατευτική λειτουργία του εργατικού δικαίου, ιδίως του συλλογικού.

    Έκτοτε, φτάσαμε αισίως στην τρίτη δανειακή σύμβαση και στο τρίτο μνημόνιο. Οι αντισυνταγματικότητες των σχετικών εφαρμοστικών νόμων δεν απειλούν πλέον μόνο τα κοινωνικά δικαιώματα, αλλά πλήττουν ευθέως την ίδια την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Πράγματι, οι ρυθμίσεις των μνημονίων δεν έχουν απλώς θέσει εκποδών τις βασικότερες κοινωνικές εγγυήσεις του οικονομικού συντάγματος (συλλογική αυτονομία, διαιτησία, κοινωνικά δικαιώματα) αλλά έχουν σε μεγάλο βαθμό καταστήσει ανενεργούς τους κύριους θεσμούς αντιπροσώπευσης και διακυβέρνησης. Πριν παρουσιαστεί αναλυτικότερα η νέα αυτή απειλή στη συνταγματική τάξη (παρακάτω, Β) θα επιχειρηθεί στη συνέχεια μία σκιαγράφηση των δουλειών που συνεπάγονται για τη χώρα οι συνεχώς αθροιζόμενες διεθνείς υποχρεώσεις που απορρέουν από τις δανειακές συμβάσεις (παρακάτω, Α).

    Α- Οι τρεις δανειακές συμβάσεις και η απειλή στη λαϊκή κυριαρχία

    Και οι τρεις Δανειακές Συμβάσεις (του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου μνημονίου) έπρεπε να κυρωθούν από τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος, δεδομένου ότι δεν αποτελούν απλή σύμβαση κρατικού δανείου από αυτές που, κατά πάγια πρακτική, δεν κυρώνονται με τυπικό νόμο. Ως γνωστό, η πρώτη δανειακή σύμβαση είχε κατατεθεί προς κύρωση στη Βουλή το Μάιο του 2010 αλλά αποσύρθηκε, χωρίς ποτέ να κυρωθεί. Η δεύτερη, το Φεβρουάριο του 2012 είχε κατατεθεί στη Βουλή ως σχέδιο όχι μία, αλλά τρεις φορές, την πρώτη ως παράρτημα 13 στο νόμο 4046/2012 σε νόμο, την δεύτερη ως Πράξη Νομοθετικού Περιεχόμενου (ΠΝΠ) και την τρίτη στον νόμο που κύρωσε την ΠΝΠ. Και η τρίτη, η οποία ενσωματώνει τις ρυθμίσεις του τρίτου μνημονίου, συμπεριλήφθηκε σε ΠΝΠ και κυρώθηκε στη συνέχεια με πολυνομοσχέδιο-σκούπα.

    Σε όλες τις περιπτώσεις, η γελοιοποίηση του ελληνικού κοινοβουλίου, να εγκρίνει συνεχώς χωρίς ποτέ να συζητά παραλλαγές του ίδιου κειμένου, συνδυάζεται με τη συνέχιση της αντισυνταγματικής πρακτικής της μη κύρωσης. Και τούτο γιατί το Σύνταγμα μας δεν προβλέπει την έγκριση σχεδίων, αλλά την κύρωση ήδη ολοκληρωμένων και υπογραμμένων διεθνών συμβάσεων. Η πρόβλεψη ότι οι δανειακές αυτές συμβάσεις θα ισχύουν από την υπογραφή τους, χωρίς κύρωση από την Βουλή, παραβιάζει τα άρθρα 28 παρ. 2 και 36 παρ. 2 του Συντάγματος, καθώς και το διεθνές δίκαιο.

    Ως προς τις ουσιώδεις ρυθμίσεις τους, οι συμβάσεις αυτές έχουν μικρές διαφορές, πάντα προς το χειρότερο. Για παράδειγμα, η δεύτερη σύμβαση περιλάμβανε ακόμη πιο δρακόντειες διατάξεις και από την πρώτη ως προς τις δυνατότητες ευθείας επέμβασης των δανειστών στα εσωτερικά της χώρας μας. Εντελώς ενδεικτικά, αυτή δεν επαναλαμβάνει απλώς, όπως και η πρώτη και η παρούσα, τη ρήτρα παραίτησης από τις ασυλίες της εθνικής κυριαρχίας και την απαγόρευση κάθε μελλοντικής αναδιάρθρωσης του χρέους με όρους που να συμφέρουν τη χώρα μας, αλλά προβλέπει και ρητές «υποχρεώσεις για επιθεωρήσεις, πρόληψη απάτης και ελέγχους».

    Με την προκλητική αυτή διατύπωση, για να προφυλαχθούν οι εταίροι μας από «απάτη» σε βάρος τους από το ελληνικό δημόσιο, θα πρέπει να ανεχόμαστε την άμεση παρέμβαση γκαουλάιτερ που θα έχουν πρόσβαση (στην πραγματικότητα έλεγχο, καθοδήγηση και εντολή) σε κάθε πτυχή άσκησης δημόσιας εξουσίας στον τόπο μας. (Το πιο ωραίο είναι ότι, επειδή έχουν αντιληφθεί την πλήρη νομική αβασιμότητα και επισφάλεια των γνωμοδοτήσεων του Νομικού Συμβουλίου που ζητούν και λαμβάνουν υπέρ της συνταγματικότητας των τερατωδιών αυτών, ως αναπόσπαστο τμήμα των συμβάσεων, έχουν περιλάβει όρο κατά τον οποίο εάν αυτές αποδειχθούν ανακριβείς και η σύμβαση αντισυνταγματική, αυτό θα συνιστά απάτη σε βάρος τους εκ μέρους της Ελλάδας! Σπάνιο δείγμα προτεσταντικής αίσθησης μαύρου χιούμορ…).

    Και, φυσικά, με την δεύτερη αυτή σύμβαση υπήχθη το σύνολο των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας στο αγγλικό δίκαιο, πράγμα που καθιστά σχεδόν αδύνατη την μονομερή τροποποίηση των όρων αποπληρωμής, τόσο σε ό,τι αφορά τυχόν αναδιάρθρωση όσο και ως προς το νόμισμα πληρωμής. (Βεβαίως, ακόμη και μετά την υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο δεν έχει απαλλοτριωθεί το βασικό νομικό όπλο που εξακολουθεί να διαθέτει η χώρα: η επίκληση κατάστασης ανάγκης, ως λόγο μη συμμόρφωσης στις αναληφθείσες υποχρεώσεις. Τούτο αποτελεί αναφαίρετο κυριαρχικό δικαίωμα των κρατών, αναγνωρισμένο από το διεθνές δίκαιο, εφόσον αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί ζωτικό τους συμφέρον έναντι άμεσου και επικείμενου κινδύνου: εάν ένα κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει ταυτόχρονα τις βασικές κοινωνικές του λειτουργίες και τις υποχρεώσεις του έναντι των δανειστών του, οφείλει να δώσει προτεραιότητα στις πρώτες.)

    Στην τρίτη, την πλέον πρόσφατη, το μαύρο χιούμορ γίνεται φαρσοκωμωδία: το διεθνές δικηγορικό γραφείο που είχε ετοιμάσει το σχέδιο της ανάλογης γνωμοδότησης (που, τυπικά, υπογράφεται από τον «δικό μας» Νομικό Σύμβουλο του Υπουργείου Οικονομικών) υπέδειξε, στο πλαίσιο του επαγγελματισμού του, δύο εκδοχές του σημείου 14: Με την πρώτη ο Νομικός Σύμβουλος θα γνωμοδοτούσε ότι δεν απαιτείται το Κοινοβούλιο να κυρώσει την Σύμβαση και με την δεύτερη, εναλλακτική της πρώτης, ότι η Σύμβαση έχει νόμιμα κυρωθεί. Επειδή δε το αλλοδαπό γραφείο δεν ήταν βέβαιο για το ποιες διατάξεις εφαρμόζονταν έθεσε με πλάγια γράμματα και σε αγκύλη την εξής υπόδειξη: [«εισάγετε κατάλληλη αναφορά των διατάξεων του Ελληνικού Δικαίου»].

    Οι φωστήρες της κυβερνητικής πλειοψηφίας, όχι μόνον δεν κατάλαβαν ότι έπρεπε να επιλέξουν μία από τις δύο εκδοχές και έβαλαν στο σχέδιο και τις δύο, αλλά υπέβαλαν στο ελληνικό κοινοβούλιο την ταπείνωση να ψηφίσει και την υπόδειξη προς τον εαυτό του, ως μέρος του κειμένου: [«εισάγετε κατάλληλη αναφορά των διατάξεων του Ελληνικού Δικαίου! Δυστυχώς, πέραν των ανωτέρω κωμικοτραγικών, η ρήτρα παραίτησης από τις ασυλίες της εθνικής κυριαρχίας δεν είναι για γέλια. Η πρόβλεψη των συμβάσεων κατά την οποία «ούτε ο Δανειολήπτης ούτε τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας» είναι απολύτως πρωτοφανής και ταπεινωτική για ανεξάρτητο κράτος. Σημειωτέον, μάλιστα, ότι δεν έχει συμπεριληφθεί σε καμιά από τις δανειακές συμβάσεις των άλλων χωρών που τελούν υπό καθεστώς μνημονίου. Ιδιαίτερα έντονη είναι η αντίθεση με το κυπριακό μνημόνιο, το οποίο ήταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης την τελευταία περίοδο της προεδρίας Χριστόφια. Αυτό δεν περιλαμβάνει ούτε υπαγωγή του δανείου στο αγγλικό δίκαιο, ούτε τους περισσότερους από τους λεόντειους όρους των ελληνικών μνημονίων.

    Β- Η αδρανοποίηση του κοινοβουλίου μέσω της εγκαθίδρυσης μόνιμης κατάστασης ανάγκης

    Οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί της δημοκρατικής τάξης και ειδικά το κοινοβούλιο την τελευταία περίοδο υπολειτουργούν. Το νομοθετικό έργο διεξάγεται κυρίως με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, το Υπουργικό Συμβούλιο συνεδριάζει μία φορά το τρίμηνο, η Βουλή επικυρώνει χωρίς ουσιαστικά να συζητά «πακέτα» νομοθετικών ρυθμίσεων που συντάσσονται ερήμην της. Περισσότερες από τις μισές ερωτήσεις που κατατίθενται στο Κοινοβούλιο δεν συζητούνται, ο Πρωθυπουργός απαξιώνει να παραστεί κατά την ώρα του Πρωθυπουργού στις ερωτήσεις που απευθύνονται σε αυτόν ενώ συνήθως απέχει από τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις και ψηφοφορίες και το παράδειγμα του αρχίζουν να ακολουθούν όλο και περισσότεροι υπουργοί. H κατάπτωση του Συντάγματος συνίσταται, συνεπώς, στην πλήρη, συστηματική και απροσχημάτιστη καταστρατήγηση του, όχι μόνον από την Κυβέρνηση και την πλειοψηφία της Βουλής, αλλά, δια παραλείψεως, και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

    Η νομοθέτηση με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου τείνει να γίνει ο βασικός τρόπος θέσπισης κανόνων δικαίου. Τούτο οφείλεται αφενός στο φόβο της κυβέρνησης για διαρροή βουλευτών της, εάν ακολουθηθεί η τακτική νομοθετική διαδικασία, κατόπιν και της πικράς πείρας των φυλλοροής των προηγούμενων κυβερνητικών σχημάτων. Αφετέρου, οι Πράξεις αυτές, σε αντίθεση με τα κανονιστικά προεδρικά διατάγματα, είναι σχεδόν απρόσβλητες άμεσου δικαστικού ελέγχου.

    Στο προοίμιο των Πράξεων γίνεται τυπική επίκληση της συνδρομής «έκτακτων περιπτώσεων εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης», όπως επιβάλλει το άρθρο 44 του Συντάγματος, παρόλο που οι εισαγόμενες ρυθμίσεις εξόφθαλμα δεν έρχονται να εξυπηρετήσουν παρόμοια κατάσταση. Τούτο γίνεται δε είτε για να εισαχθούν νέοι, πρωτογενείς κανόνες δικαίου, είτε για να τροποποιηθούν άλλοι, που έχουν μόλις θεσπισθεί με τυπικό νόμο. Έτσι, λίγες μέρες μετά την ψήφισή του με πρωτοφανείς διαδικασίες (σε μια μέρα ουσιαστικά «συζητήθηκε» ένα νομοσχέδιο εκατοντάδων σελίδων), ο εφαρμοστικός του Τρίτου Μνημονίου νόμος 4093/2012 τροποποιήθηκε πολλαπλά με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 19.11.2012, προς ακόμα δυσμενέστερη κατεύθυνση για τους εργαζόμενους και συνταξιούχους. Είναι πρόδηλο ότι, για παράδειγμα, η αύξηση από το 15% στο 20% της περικοπής των συντάξεων άνω των 3.000 ευρώ, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν θα εφαρμοζόταν, κατά το νόμο, πριν από την 1.1.2013, δεν αφορούσε έκτακτη περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης που δεν μπορούσε να ρυθμισθεί με την τακτική νομοθετική διαδικασία2. Μεταγενέστερες Πράξεις περιείχαν ακόμη μεγαλύτερα τερατουργήματα. Αίφνης, με το άρθρο 10 της Πράξης 5.12.2012 εξυπηρετήθηκε η καταπληκτικά επείγουσα ανάγκη της σύστασης «υπηρεσίας Φιλοτελικού και Ταχυδρομικού Μουσείου»!

    Όλα αυτά, ακόμη και το Μουσείο για τα γραμματόσημα, τα υπέγραψε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μολονότι η νομική υπηρεσία της Προεδρίας δεν μπορεί παρά να του είχε επιστήσει την προσοχή στο ότι, κατά την κακή νομολογία που επικρατεί3, αυτός ήταν το μόνο αρμόδιο όργανο να ασκήσει έλεγχο τυπικής συνταγματικότητας επ’αυτών. Πράγματι, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξακολουθεί να δέχεται, παρά την πειστική κριτική της θεωρίας, ότι η συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων έκδοσης ΠΝΠ δεν ελέγχεται δικαστικά και ότι αυτές υπόκεινται μόνον σε παρεμπίπτοντα έλεγχο συνταγματικότητας, διότι δεν αποτελούν πράξεις διοικητικής αρχής4. Κατά τη νομολογία, δεν υπόκεινται σε αίτηση ακύρωσης, γιατί εάν μεν κυρωθούν με νόμο, οι ρυθμίσεις τους γίνονται, και μάλιστα αναδρομικά, διατάξεις τυπικού νόμου, ο οποίος δεν υπόκειται κατά το Σύνταγμα στον περιορισμό των εκτάκτων περιστάσεων, εάν δε δεν κυρωθεί εμπροθέσμως παύει να ισχύει από το χρόνο της δημοσίευσής της μέχρι την εκπνοή των συνταγματικών προθεσμιών για την κύρωσή της.

    Συνεπώς, εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν ασκήσει την ελεγκτική του αρμοδιότητα, ο Δικαστής νίπτει τας χείρας του, ακόμη και εάν είναι προφανές, ακόμη και σε έλεγχο ακρότατων ορίων, ότι δεν συντρέχουν οι περιστάσεις που το Σύνταγμα προβλέπει. Με τον τρόπο αυτό, δημιουργείται μία τεράστια μαύρη τρύπα στο κράτος δικαίου, η οποία υποσκάπτει ευθέως την αξιοπιστία τόσο του πολιτικού συστήματος όσο και της δικαιοσύνης.

    Ο τωρινός Πρόεδρος έχει πολύ μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης από τους προκατόχους του γιατί δεν αντέδρασε, όπως είχε συνταγματική υποχρέωση, στην σταθερή διολίσθηση του πολιτεύματος προς μια διαρκούς χαρακτήρα εκτροπή με επίκληση μια οιονεί μόνιμη κατάσταση ανάγκης. Δεν ανέπεμψε, επίσης, ως όφειλε, τον εκτελεστικό του τρίτου μνημονίου νόμο, το ν. 4093/2012, παρά την πρόδηλη αντίθεση του σε σειρά διαδικαστικών συνταγματικών επιταγών. Ο εν λόγω νόμος ήρθε να θεσπίσει τα μέτρα εφαρμογής του νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου με ένα μόνο άρθρο εκατοντάδων σελίδων, περιλαμβάνοντας ουσιαστικούς κανόνες δικαίου σε σειρά μη συναφών θεμάτων. Αντιθέτως, το προηγούμενο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-1015 είχε εγκριθεί ένα μόλις χρόνο πριν με αυτοτελή νόμο5, όπως προβλέπει το ισχύον δημόσιο λογιστικό (άρθρα 6Α-6Γ του ν. 2362/95) για να ακολουθήσει η σχετική εκτελεστική νομοθεσία με σειρά άλλων νομοθετημάτων.

    Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την ψήφιση του ν. 4093/2012, όπως ορθά, αν και κομψά, επεσήμαινε και η Επιστημονική υπηρεσία της Βουλής6, παραβίασε βάναυσα τις διατάξεις των άρθρων 72, 73 § 2 εδ. β΄, 74 § 5 εδ. β΄ και 76 παρ. 1 Σ. Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των ρυθμίσεων αυτών συνάγεται ότι κάθε νομοσχέδιο που περιλαμβάνει περισσότερες σχετικά αυτοτελείς ρυθμίσεις πρέπει να διαιρείται σε άρθρα, προκειμένου η συζήτηση, επεξεργασία και ψήφισή του, να διέλθει τα τρία προβλεπόμενα στάδια εξέτασης του, κατ’αρχήν, κατ’άρθρο και στο σύνολο.

    Όπως ορθά έχει επισημανθεί, τούτο γίνεται κατ’εφαρμογή τόσο της δικαιοκρατικής όσο και της δημοκρατικής αρχής, εφόσον έτσι διασφαλίζεται αφενός η διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας και αφετέρου το δικαίωμα των βουλευτών να παρέχουν κατά συνείδηση και ενδεχομένως να διαφοροποιούν την ψήφο τους σε επιμέρους άρθρα σε σχέση με την ψήφο τους επί της αρχής ορισμένου νομοσχεδίου7.
    Ως γνωστό, η παραβίαση των κανόνων που ρυθμίζουν τα σχετικά με τη νομοθετική διαδικασία, στο πλαίσιο της επικρατούσας ακόμη απαρχαιωμένης νομολογίας8, δεν υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, ως αναγόμενες στα interna corporis της Βουλής. Συνεπώς, το μόνο αρμόδιο όργανο για την τήρηση τους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

    Ο νόμος περιλαμβάνει και σημαντικό αριθμό συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων, σε ευθεία παράβαση του άρθρου 73 παρ. 2, που ορίζει –και μάλιστα με ποινή ακυρότητας, ότι τα συνταξιοδοτικά νομοσχέδια πρέπει να είναι ειδικά και να μην συμπεριλαμβάνονται σε νόμους που αποσκοπούν στη ρύθμιση άλλων θεμάτων. Μάλιστα, η πρόδηλη αυτή αντισυνταγματικότητα είχε επισημανθεί στον Πρόεδρο με ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας του αρμόδιου ανώτατου δικαστηρίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου9.
    Βεβαίως, η απόφαση αυτή έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα. Δεν υφίσταται, όμως, λόγος διαφοροποίησης της πρακτικής που ακολουθείται –ορθώς- ως προς την ανάλογη, κατ’άρθρο 95 παρ. 1 εδ. Δ’, αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας για την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγμάτων. Όπως δεσμεύεται, κατ’αρχήν, ο Πρόεδρος από τη γνώμη του ΣτΕ περί της αντισυνταγματικότητας σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος, ανάλογα θα πρέπει να γίνουν δεκτά και ως προς τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Άλλωστε, η διάταξη του άρθρου 73 παρ. 2 είναι τόσο σαφής ώστε να μην είναι δεκτική παρερμηνείας.

    Γ- Κατάσταση ανάγκης και απεργία

    Η συνήθης δικαιολογητική βάση υιοθέτησης των μνημονιακών μέτρων από τους απολογητές τους, δεν συνίσταται τόσο στην άρνηση του επαχθούς χαρακτήρα τους, αλλά στην επίκληση της αναγκαιότητάς τους εν όψει της σωτηρίας της εθνικής οικονομίας, ως ζητήματος υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Η θέση αυτή υπόρρητα αποδέχεται την αντισυνταγματικότητα των υπό κρίση ρυθμίσεων «υπό ομαλές συνθήκες», επικαλείται όμως, για να δικαιολογήσει την επιβολή τους, μια ιδιόρρυθμη κατάσταση ανάγκης, ή, όπως έχει εύστοχα γραφεί10, μια κατάσταση εξαίρεσης, με την έννοια που δίνει στον όρο ο Agamben11. Ειδικά στον τομέα των απεργιών, όμως, η κυβέρνηση αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, επιβάλει την επιστράτευση ως –δήθεν- απάντηση στην «ευθεία πρόκληση κατά της νομιμότητας» που συνιστά, τάχα, η απεργία.

    Στην πραγματικότητα όμως είναι η ίδια που, για ακόμη μια φορά, καταπατά και μάλιστα βάναυσα το Σύνταγμα. Το δικαίωμα στην απεργία και η ελευθερία της εργασίας προστατεύονται συνταγματικά και από διεθνείς συμβάσεις εργασίας (ιδίως την 29 αλλά και τις 105, 87 και 98). Το Σύνταγμα μας δεν προβλέπει την πολιτική επιστράτευση (ακριβολογώντας: την «επίταξη υπηρεσιών») ως μέσο περιορισμού της απεργίας, αλλά ως περιορισμό της ελευθερίας εργασίας. Ακόμη και εάν μια απεργία, συνεπώς, υποτεθεί ότι είναι παράνομη, δεν αντιμετωπίζεται με την επιστράτευση, αλλά με σχετική δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την έλλειψη νομιμότητας της. (Και, δυστυχώς, τα δικαστήρια ευκολότατα διαπιστώνουν παρανομίες και καταχρηστικότητα στη συντριπτική πλειονότητα των σχετικών διαφορών που άγονται ενώπιον τους.)

    Αντιθέτως, η επιβολή καταναγκαστικής εργασίας που συνιστά η επιστράτευση, συγχωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 4 του Συντάγματος (εκτός από την περίοδο πολέμου) μόνον σε δύο περιπτώσεις: «επείγουσα κοινωνική ανάγκη από θεομηνία ή ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία». Ακόμη και ο νόμος 3536/2007, ο οποίος –αντισυνταγματικά- διεύρυνε την δυνατότητα επιστράτευσης, θέτει ως αναγκαίο όρο προς τούτο να υπάρχει «άμεση κοινωνική ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.»

    Είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο δεν συνέτρεχε ούτε στην περίπτωση των απεργών του μετρό, ούτε στην περίπτωση των απεργών εκπαιδευτικών. Οι αντίθετοι ισχυρισμοί του δημοσίου δεν μπορεί να αντιμετωπισθούν σοβαρά. Για παράδειγμα, ως προς τους απεργούς του μετρό, εντόπισε τον κίνδυνο δημόσιας υγείας στο ότι θα παρέμεναν κλειστοί οι σταθμοί που εξυπηρετούν τα δημόσια νοσοκομεία. Εάν αυτός ο ισχυρισμός ήταν ακριβής, τις δεκαετίες που προηγήθηκαν από την έναρξη λειτουργίας του μετρό η πρωτεύουσα ζούσε σε μία συνεχή κατάσταση ανάγκης.

    Συνεπώς, η μεγαλύτερη κατάπτωση του Συντάγματος συνίσταται στην πλήρη, συστηματική και απροσχημάτιστη πλέον καταστρατήγηση του, όχι μόνον από την Κυβέρνηση και την πλειοψηφία της Βουλής, αλλά και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πέραν της υπονόμευσης της λαϊκής κυριαρχίας, πέραν της διάλυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων και του εργατικού δικαίου, η μεγαλύτερη θεσμική ζημία που επέφεραν οι πολιτικές των τελευταίων χρόνων έγκειται ακριβώς στον ευτελισμό του Συντάγματος. Όμως, όπως έλεγε ο Γάλλος επαναστάτης Σαιν-Ζυστ, ένα Σύνταγμα ή είναι υποχρεωτικό, ή είναι τίποτα. Για αυτό το λόγο, η απόκρουση των μνημονιακών πολιτικών δεν είναι πια συνώνυμη μόνον της υπεράσπισης του κοινωνικού κράτους, αλλά της ίδιας της δημοκρατίας και του συνταγματικού μας πολιτισμού.

    Πρβλ. και Γ. Κατρούγκαλου, Το ‘παρασύνταγμα’ του μνημονίου και ο άλλος δρόμος, ΝοΒ 59 2011, σ. 231 κ.ε, και του ίδιου, Το Συμβούλιο της Επικρατείας και το δεύτερο παρασύνταγμα, ΤοΣ, 2012 και τις εκεί παραπομπές. Για λόγους οικονομίας χώρου έχω παραλείψει τον αναλυτικό υπομνηματισμό στο άρθρο αυτό ↩

    Έτσι και οι Κ. Χρυσόγονος, Α. Καϊδατζής, Η μάταιη θυσία της Ιφιγένειας.Οριοθέτηση εισαγωγικών σκέψεων για την αντισυνταγματικότητα του ν. 4093/2012 για το Μεσοπρόθεσμο και τα μέτρα εφαρμογής του, ΝοΒ 2012.2740. ↩

    Βλ. κριτική της σε Π. Παραρά, Αι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, Αθήναι, 1981. ↩

    Βλ., ενδεικτικά, ΣτΕ (Ολ.) 1250/2003, ΣτΕ (ΕΑ) 576/2002, ΣτΕ (Ολ.) 3636/1989. ↩

    Ν. 3985/2011 ↩

    Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής της 6.11.2012 επί του Νομοσχεδίου «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου », ιδίως σ. 4-5 ↩

    Κ. Χρυσόγονος-Α. Καϊδατζής, ibidem ↩

    Βλ. κριτική της νομολογίας αυτής σε Π. Παραρά, Corpus, Άρθρο 72, παρ. 48 κ.ε., πρβλ. ήδη Γ. Γεραπετρίτη, Σύνταγμα και Βουλή, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2012, ιδίως σ. 199 κ.ε. ↩

    Πρακτικά της 3ης Ειδικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 30ης Οκτωβρίου 2012 ↩

    Δ. Μπελαντής, Η κατάσταση εξαίρεσης και οι εφαρμογές της στο πρόγραμμα «στήριξης της ελληνικής οικονομίας», ΔτΑ 2010, σ. 1115 ↩

    G.Agamben, State of Exception, 2006, Εισαγωγή και Πρώτο Κεφάλαιο ↩

    http://katrougalos.gr/μνημόνια-ατομικά-δικαιώματα-και-δημο/

  3. Pingback: ΕΝΑ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΨΕΥΔΟΣ -ΑΠΑΤΗ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ/Δηλώσεις μελών | ΤΟ ΛΗΜΕΡΙ

  4. 6 Ιανουαρίου 2016

    Τα ψέματα και οι γελοιότητες του «αριστερού» Κατρούγκαλου!

    Το ασφαλιστικό, είναι ένα μείζον εθνικό πρόβλημα σωρευμένο επί 10ετίες, που διαχρονικά και διακομματικά καμιά κυβέρνηση δεν θέλησε (δεν τόλμησε…) να το αντιμετωπίσει με ρεαλισμό και γενναιότητα, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στις επερχόμενες γενιές.
    Η κάθε μία, πέταγε την καυτή πατάτα στην επόμενη, αναλογιζόμενη το πολιτικό κόστος της τόσο αναγκαίας για την επιβίωση του ασφαλιστικού συστήματος εκσυγχρονιστικής αναδιάρθρωσής του. Ακόμη και η χούντα, διέγνωσε (πριν 40τόσα χρόνια!) την αναπόφευκτα επερχόμενη κατάρρευση, αλλά ούτε αυτή, που δεν είχε να υπολογίσει πολιτικό “κόστος”, τόλμησε ν’ αγγίξει το πρόβλημα.
    Και μιλάμε για προηγούμενα “καλά χρόνια”, με ανεκτή ανεργία, με ταμεία υγιή και πλεονασματικά, με αναλογία εργαζόμενων/συνταξιούχων στο 6,5/1. (σήμερα, η αναλογία είναι…1,2/!, (με πτωτική τάση-για να ξέρουμε που βρισκόμαστε).Αλλά τα πρόδρομα σημάδια της μέσο-μακροπρόθεσμα επερχόμενης κρίσης, σαφή και απειλητικά. Κανείς δεν αποφάσισε να κάνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, και όσοι το τόλμησαν (αρκετά χρόνια αργότερα, λίγο πριν φύγει ο 20ος αιώνας…) το έκαναν με… εμβαλωματική λογική, να κερδηθεί κάποιος χρόνος, να μην σκάσει η κατάρρευση στα δικά τους χέρια…

    Για τη συνέχεια iefimerida

    ΛΗΣΤΕΥΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ!

    “Αν δεν μεταρρυθμίσουμε το ασφαλιστικό σε πέντε χρόνια δεν θα μπορούσαμε να δίνουμε συντάξεις” είπε στους δημοσιογράφους ένας γελοίος αμόρφωτος που υποδύεται τον πρωθυπουργό. Κι επειδή όπως ξέρετε έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία στη χρήση της γλώσσας, θα ξεκινήσω σχολιάζοντας την ασυνταξία του υποθετικού λόγου.
    Μπορείς να πεις:
    α) “Αν δεν μεταρρυθμίσουμε το ασφαλιστικό, σε πέντε χρόνια δεν θα μπορούμε να δίνουμε συντάξεις”
    β) “Αν δεν είχαμε μεταρρυθμίσει το ασφαλιστικό, σε πέντε χρόνια δεν θα μπορούσαμε να δίνουμε συντάξεις”
    Αυτό που είπε ο γελοίος δεν μπορείς να το πεις. Δεν υπάρχει στα Ελληνικά. Είναι μήπως διότι όταν μάθαιναν στο Λύκειο Αμπελοκήπων τα είδη του υποθετικού λόγου αυτός έκανε κατάληψη; (Διεκδικώντας, υπενθυμίζω, το δικαίωμα να πηγαίνουν οι μαθητές στο σχολείο όποτε γουστάρουν χωρίς να μετράνε οι απουσίες και χωρίς να ενημερώνονται οι γονείς τους!) Δεν νομίζω.
    Ο υποθετικός λόγος χρησιμοποιείται τόσο συχνά που κι εντελώς αγράμματος να είσαι δεν κάνεις λάθος. Το λάθος έγινε διότι δεν μπορούσε να αρχίσει την πρόταση με υπερσυντελικό χρόνο, καθώς καμμία μεταρρύθμιση δεν έχει γίνει, αλλά δεν του πήγαινε να την τελειώσει με απλό μέλλοντα διότι θα φόβιζε τους ακροατές του.
    Έτσι στη μέση της φράσης το γύρισε και του έφυγε από το έρκος οδόντων αυτό το γκροτέσκο υβρίδιο (με την ετυμολογική του σημασία).
    Το “αμόρφωτος” λοιπόν δεν πάει εκεί. Πάει στο ότι δεν έχει ιδέα από το μέγεθος της καυτής πατάτας που κρατάει και δεν κάθεται να διαβάσει, να μάθει πέντε πράγματα και να μην λέει τέτοιες ουρανομήκεις ηλιθιότητες. Αν δεν μεταρρυθμιστεί το ασφαλιστικό δεν θα μπορεί καμμία κυβέρνηση να πληρώσει συντάξεις όχι σε 5 χρόνια αλλά ούτε σε 5 μήνες.
    Τι σημαίνει όμως μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού;

    Σημαίνει ότι σε ένα σύστημα με υπερβολικά νέους συνταξιούχους, που παίρνουν πολύ περισσότερα από όσα δικαιολογούν οι εισφορές τους, που “μπαίνει μέσα” 17-20 δισ. τον χρόνο (ποσά που όλα τα προηγούμενα χρόνια δανειζόμασταν αλλά πλέον τα πληρώνει ο φορολογούμενος) θα πρέπει
    α) κάποιες συντάξεις να κοπούν εντελώς,
    β) όλες οι υπόλοιπες να μειωθούν ώστε να αντιστοιχούν στις ασφαλιστικές εισφορές και
    γ) να αυξηθεί το όριο ηλικίας στα 67 χρόνια εκτός από τα (πραγματικά) βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. (Αλλά ούτε αυτό αρκεί.

    Το σύστημά μας δεν είναι ανταποδοτικό, ώστε να παίρνεις σύνταξη από τον προσωπικό σου ασφαλιστικό “κουμπαρά”. Είναι το κλεπτοκρατικό “αναδιανεμητικό” δηλαδή η μια γενιά πληρώνει την προηγούμενη. Ο άνεργος λοιπόν ή ο εργαζόμενος των 500 ευρώ δεν μπορεί να πληρώνει συντάξεις 1500 ευρώ. Είναι τόσο απλό.
    Άρα ΟΥΤΕ ο αναλογιστικός προσδιορισμός λύνει το πρόβλημα, διότι οι κουμπαράδες ΟΛΩΝ μας είναι άδειοι. Τους άδειασαν οι 50άρηδες του Δημοσίου και των ΔΕΚΟ, οι 45άρηδες ένστολοι, οι 35άρες μητέρες ανηλίκου, οι αγρότες, οι επαναπατρισθέντες ομογενείς, οι αλλοδαπές που ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν παππούδες, οι μαϊμουδοανάπηροι, οι άγαμες θυγατέρες και οι ληστές των επικουρικών. Άρα η λύση θα είναι ούτως ή άλλως άδικη για τους σημερινούς ασφαλισμένους.)
    Τι δεν είναι μεταρρύθμιση; Η διατήρηση των συντάξεων στα σημερινά επίπεδα με την επιβολή νέας φορολογίας στην ήδη ημιθανή λόγω ακατάσχετης φορολογικής αιμορραγίας ιδιωτική οικονομία. Η ληστεία των παιδιών και των εγγονιών μας. Η καταδίκη των επόμενων γενεών σε μόνιμο μαρασμό καθώς θα κληθούν να ξεπληρώσουν τα χρέη που συσσωρεύσαμε σπαταλώντας τους δικούς μας πόρους και επιπλέον 1 τρισεκατομμύριο ευρώ που πήραμε από την ΕΟΚ και την Ε.Ε. από το ’81 και μετά υπό μορφή επιδοτήσεων και δανείων!
    Την ίδια λοιπόν στιγμή που ο γελοίος που υποδύεται τον πρωθυπουργό υπεραμύνεται της ανάγκης για μεταρρύθμιση, την ίδια στιγμή, ξαναλέω, δηλώνει ότι δεν θα μειωθούν οι συντάξεις, ούτε θα αυξηθούν τα όρια ηλικίας. Και πώς θα το πετύχει αυτό; Θα δώσει πολιτική μάχη!!!
    Δεν είναι μόνο ηλίθιοι. Είναι βαθειά ανήθικοι. Οδήγησαν, και οι προηγούμενες κυβερνήσεις και αυτοί, ένα ολόκληρο έθνος στο απεχθέστερο έγκλημα: τον εξανδραποδισμό των νέων. Κόμματα, εργατικές ενώσεις, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι, έχουν ενωθεί σε μία χυδαία συμμαχία, απαιτώντας να συνεχιστεί η υπονόμευση των επόμενων γενεών, η καταδίκη τους σε ισόβια δουλεία για να συνεχίσει η γενιά του Πολυτεχνείου και οι περί αυτήν πολυτεχνίτες του πελατειακού λαϊκισμού, το φαγοπότι με χρήματα που δεν δικαιούνται, με παροχές που δεν αντιστοιχούν σε καμμία ασφαλιστική εισφορά.

    Και η δικαιολογία που επικαλούνται; “Με αυτά τα λεφτά συντηρώ τα παιδιά μου!” Μα αυτά τα λεφτά τα κλέβεις από τα παδιά σου! Ο λόγος που τα παιδιά σου δεν έχουν δουλειά, δεν πρόκειται να βρουν δουλειά και δεν βλέπουν μέλλον, είναι η συντριπτική, ως κάταγμα, φορολογία, για να πάρεις εσύ αυτά τα λεφτά από όσα παιδιά δουλεύουν ακόμα, μέχρι να μείνουν και αυτά άνεργα.
    Έθνος αμοραλιστών, έθνος ληστών, έθνος κανιβάλων. Πώς καταντήσαμε έτσι, Θεέ μου;
    Thanos Tzimeros

    http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2016/01/blog-post_98.html

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.